Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2021

Κυριακή Απόκρεω (παραβολή της Κρίσεως) Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας Παντελεήμων

 

Κυριακή Απόκρεω (παραβολή της Κρίσεως)

«Δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονο­μη­σατε την ητοιμα­σμένην υμίν βα­σιλείαν από κατα­βο­­λης κόσμου».

Για την κληρονομία μιάς βασιλείας ο λόγος στο ση­μερινό ευαγγελικό ανά­γνω­σμα. Όχι μιάς επίγειας βασιλείας, αλλά μιάς ουρά­νιας. Μιάς θείας βασιλείας την οποία καλούμεθα όλοι να κληρονομήσουμε στο μελ­λον. Της βασιλείας του Χρι­στού που ομολογούμε στο Σύμβολο της πίστεως ότι δεν έχει τέλος. Της βα­σι­λείας στην οποία θα εισ­ελ­θουμε μετά από μία κρι­ση. Μέλλουσα και αυτή, την οποία όμως προσδο­κού­­­­με και περιμένουμε μα­ζι με την δεύτερη παρουσία του Χρι­στού στη γη, όπως ομολογούμε και πάλι στο Σύμβολο της πι­στεως· «και πάλιν ερχόμενον κρι­ναι ζω­ντας και νε­κρούς», «ου της βασι­λείας ουκ έσται τέλος». Μιάς βασιλείας την οποία ήδη από αυτή τη ζωή ευ­λογούμε­, εφόσον αρχίζου­με κάθε θεία Λειτουργία με τη φράση «ευλογημένη η βα­σιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος».

Παρότι όμως καθη­με­ρινά επαναλαμβάνουμε στις κατ’ ιδίαν προσευχές μας ή ακούμε στις ακολουθίες της Εκκλησίας μας αυτή την ομολογία και την εκ­φραση της ελπίδος της μελ­­λού­σης ζωής, παρ’ όλα αυ­τα δεν συνει­δη­το­ποιού­με πολλές φορές ότι η δεύτερη εν­δοξη έλευση του Χριστού στον κόσμο ει­ναι μία πραγ­ματικότητα ενώπιον της οποί­ας θα βρεθούμε κάποτε όλοι.

Αυτή, λοιπόν, την πραγ­μα­τικότητα της μελλούσης Κρίσεως όρισαν οι άγιοι και θεο­­φόροι Πατέρες να μας υπενθυμίζει η Εκ­κλησία μας με το ευαγγελικό ανά­γνω­σμα την Κυρια­κη της Απόκρεω, μία Κυ­ρια­κη πριν από την αρχή της Αγίας και Με­γάλης Τεσσα­ρα­κο­στης, αφενός για να μας αφυ­πνίσει από τον λη­θαργο της καθημε­ρι­νο­τη­τος και να μας παρακινήσει προς τα έργα εκείνα τα οποία θα μας κάνουν να βρεθούμε κατά την ημέρα της Κρίσεως στην θέση των ευλογημένων του Θεού, και αφετέρου για να παρη­γο­­ρήσει τις ψυ­χες μας που πολλές φορές συνθλίβο­ν­ται μέσα στα προ­βλήματα και τις δυ­σκολίες του πα­ρόντος κόσμου, τις οποίες καλού­μεθα να υπομεί­νου­με ως συνέ­πειες της πτω­σεως μας και της εξώσεώς μας από τον παράδεισο, την οποία θα μας υπεν­θυ­μίσει η Εκκλησία μας την επό­μενη Κυρια­κη.

Δεν επιθυμεί, ασφαλώς, η Εκκλησία μας να μας φο­βίσει με το ευαγγε­λικό ανά­­­γνω­σμα της μελλούσης Κρίσεως, όπως ορι­σμένοι νομίζουν, αλλά επιδιώκει να μας υποδείξει τον δρόμο που θα πρέπει να βα­δι­σου­με στην επίγεια ζωή μας, έτσι ώστε η μέλλουσα Κρίση να γίνει και για μας η δίοδος προς την αιώνια και μακαρία ζωή της βα­σιλείας του Θεού. Και ο δρόμος αυτός που μας υποδεικνύει ο Χριστός ση­μερα δεν είναι δύσκολος και πολύπλοκος, είναι απλός και εφαρμόσιμος από όλους μας, όπως είναι πάντοτε οι εντολές του Θεού.

Ένα πράγμα μας ζητά μόνο και αυ­το θέτει ως κριτήριο της σωτηρίας μας. Είναι η αγάπη, η αγάπη προς τον πλησίον, η αγάπη προς τον άνθρω­πο, η αγά­πη που εκπηγάζει από μια άλλη αγάπη, την αγά­πη προς τον Θεό.

Αυτή η εντολή της αγά­πης, από την οποία, κατά τη διαβεβαίωση του ίδιου του Χριστού, «όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμαν­ται», και η εφαρ­μογή της θα είναι που θα διαχωρίσει τους ανθρώπους κατά την ημέρα της Κρίσεως. Και όσους θα την ε­χουν εφαρ­μόσει θα τους θέσει εκ δε­ξιών του Πατρός, ενώ ο­σους δεν την έχουν εφαρ­­μο­σει θα τους στερήσει τη δυνατό­τητα να ζήσουν αι­ω­νίως την ευφροσύνη της βασιλείας του Θεού.

Ας μη ξενίζει, αδελφοί μου, το γεγονός ότι μία και μόνη εντολή, η εντο­λη της αγά­πης, θα είναι το κρι­τήριο της σωτη­ρίας ή της καταδίκης μας· δεν θα ήταν δια­φο­ρετικά δυνατό, εφό­σον ο Θεός είναι η απόλυτη αγάπη, και χωρίς την αγά­πη κα­νείς δεν μπορεί να βρεθεί δίπλα του. Το δια­πι­στώνουμε και από το ευαγ­γελικό ανά­γνωσμα της πε­ρα­σμένης Κυρια­κης, της Κυ­ριακής του Ασώτου. Ποιος ήταν ο λο­γος για τον οποίο στερή­θηκε ο πρεσβύ­τε­ρος υιός, ο συνετός και συνεπής, ο ερ­γατικός και υπά­κουος, και τη χαρά και την εορτή που ετοίμασε ο φιλεύσπλαγ­χνος πατέρας του; Ήταν η έλλειψη αγά­πης, ειλικρινούς και ανι­διο­τελούς, προς τον άσωτο αδελφό του. Και έτσι εκεί­νος, που κατασπατάλησε την πατρική περιου­σία, από­λαυσε την πατρική αγκα­λιά, ενώ ο πιστός υιός έμεινε εξαιτίας της ελλεί­ψεως αγάπης μακρυά της. Γιατί τίποτε δεν έχει πε­ρισ­σότερη αξία στα μάτια του Θεού και τίποτε δεν περιμένει από εμάς περισ­σο­τερο παρά να ζούμε με την αγάπη και να ασκούμε τα έργα της αγάπης. Ζητά από μας να δείχνουμε εμ­πρα­κτα την αγάπη μας προς όλους τους αδελφούς ανεξαιρέ­τως, γιατί μόνο έτσι μιμούμεθα τον ίδιο τον Θεό, που βρέχει επί δι­καίους και αδί­κους και συγ­χωρεί τους πάντες. Ζη­τα από μας να δείχνουμε εμ­πρακτα την αγάπη μας προς όλους, γιατί στα προ­σωπα των αδελ­φων μας απεικονίζεται το ίδιο το πρόσωπο του Θεού, εφόσον μας έχει πλα­σει κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν του. Ζη­τα από εμάς ο Θεός να δεί­χνουμε αγά­πη, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουμε να απο­λαύσουμε την ατελεύ­τη­τη ηδονή των αγαθών της βασιλείας του, τα οποία δημι­ούρ­γησε για μας, γιατί μόνο έτσι θα μπο­ρέσουμε να ακούσουμε και εμείς κατά την ημέρα της Κρι­σεως τη φωνή του Χρι­στού «δεύτε πάντες οι ευ­λο­γημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοι­μα­σμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου