Πέμπτη 7 Ιουνίου 2018

Όσιος Ιωσήφ: Ο άριστος υμνογράφος


Σήμερα, 3 Απριλίου, η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του οσίου Ιωσήφ του Υμνογράφου, άριστου μελωδού της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής που έγραψε πολυάριθμους κανόνες αγίων, δεσποτικών και θεομητορικών εορτών.


Ο όσιος Ιωσήφ γεννήθηκε στη Σικελία, το 816 μ.Χ., από ενάρετους και ευσεβείς γονείς, τον Πλουτίνο και την Αγάθη. Τα περί της ζωής και της δράσεώς του τα γνωρίζουμε από τον βίο που συνέταξε ο μαθητής και διάδοχός του στη μονή του, Θεοφάνης, συμπληρωματικά δε από τα εγκώμια που του αφιέρωσαν ο Ιωάννης Διάκονος και ο Θεόδωρος Πεδιάσιμος.
Λόγω της εντάσεως των αραβικών επιδρομών, αναγκάσθηκε να φύγει από τη γενέτειρά του οικογενειακώς και να μεταναστεύσει στην Πελοπόννησο.
Σε ηλικία δεκαπέντε ετών μετέβη στη Θεσσαλονίκη, στην περίφημη Μονή Λατόμου, όπου επιδόθηκε στη μοναχική άσκηση υπό την καθοδήγηση του αγίου Γρηγορίου του Δεκαπολίτου, ασκώντας το έργο του οξυγράφου.

ς, Άγιος Ιωσήφ ο Υμνογράφος




ΑΓΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΥΜΝΟΓΡΑΦΟΣ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ  Θεολόγου – Καθηγητού
         Η υμνογραφία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της θείας λατρείας στην Εκκλησία μας, η οποία μας βοηθά να μεταρσιωθούμε και να αναχθούμε σε ανώτερες πνευματικές εμπειρίες. Η αξία του ορθοδόξου υμνογραφικού πλούτου είναι ανυπολόγιστη. Μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, έχοντας το ποιητικό χάρισμα, στο διάβα των αιώνων, διακρίθηκαν και ως υμνογράφοι και ποιητές της Εκκλησίας μας, κληροδοτώντας μας μια ανεκτίμητη παρακαταθήκη. Ένας από αυτούς υπήρξε και ο άγιος Ιωσήφ ο Υμνογράφος.
        Καταγόταν από την Ιταλία. Γεννήθηκε στη Σικελία περί το 810, από ευσεβείς γονείς, τον Πλωτίνο και την Αγάθη, οι οποίοι του ενέπνευσαν από μικρό παιδί την πίστη στο Θεό και τον μύησαν στην αρετή. Είχε συνηθίσει να μελετά τις άγιες Γραφές και να ασκείται.
        Όμως το έτος 827 είχαν εισβάλει στη Σικελία οι Άραβες μουσουλμάνοι, οποίοι καταδίωκαν με μανία τους Χριστιανούς που δεν ήθελαν να ασπαστούν το Ισλάμ. Τότε η μητέρα του παρέλαβε τον δεκαπεντάχρονο Ιωσήφ και τον αδελφό του και ήρθαν στην Πελοπόννησο για να αποφύγουν τις σφαγές των Αγαρηνών. Από εκεί κατέληξαν στην Θεσσαλονίκη. Επισκέφτηκε μάλιστα την περίφημη Μονή Λατόμου, όπου λειτουργούσε σχολή, στην οποία συνέχισε και τελειοποίησε τις σπουδές του. Αργότερα ο Ιωσήφ έγινε μοναχός και άρχισε τους ασκητικούς και πνευματικούς του αγώνες. Με την καθοδήγηση του αγίου Γρηγορίου του Δεκαπολίτου μυήθηκε στην ορθόδοξη πνευματικότητα. Προσευχόταν νυχθημερόν, νήστευε, αγρυπνούσε και μελετούσε τις άγιες Γραφές. Ως εργόχειρο είχε την  καλλιτεχνία. Είχαν εκτιμηθεί οι αρετές του και οι ικανότητές του και γι’ αυτό παρακινήθηκε και πείστηκε να χειροτονηθεί πρεσβύτερος.

Ο Όσιος Ιωσήφ ο Υμνογράφος. 3 Απριλίου ε.ε


Ο Όσιος Ιωσήφ ο Υμνογράφος. 3 Απριλίου ε.ε.
Καταγωγή

Ο Όσιος Ιωσήφ, ο οποίος ονομάζεται και Υμνογράφος έζησε στα χρόνια του βασιλέως Θεοφίλου του εικονομάχου (829 – 842) και των διαδόχων αυτού Μιχαήλ Γ΄ (842 – 867) και Βασιλείου Α΄ του Μακεδόνος (867 – 886). Η καταγωγή του ήταν από την Σικελία, στην οποίαν γεννήθηκε το έτος 816. Το όνομα του μεν πατέρα του ήταν Πλωτίνος της δε μητέρας του, Αγάθη.


Από μικρός στην άσκηση

Ήταν ο μακάριος, από τα μικρά του χρόνια, πολύ ευσεβής και πράος και ασχολιόταν με επιμέλεια στην μελέτη των θείων Γραφών.


Επειδή όμως οι Αγαρηνοί οι οποίοι αποβιβάσθηκαν στην Σικελία κατά το έτος 827 συν τω χρόνω κατελάμβαναν ολόκληρο το νησί, αυτό ο Όσιος, δεκαπενταετής τότε, κατέφυγε με την μητέρα του και τους αδελφούς του στην Πελοπόννησο και από εκεί στην Θεσσαλονίκη όπου και έγινε Μοναχός και επιδόθηκε στους πνευματικούς αγώνες της ασκήσεως.

Για κρεβάτι είχε την γη στρωμένη με ένα δέρμα, τα δε ρούχα του ήταν πολύ πτωχικά.

Η τροφή του ήταν λίγος άρτος και για ποτό το απλό νερό. Έκανε ολονύκτιες αγρυπνίες και πολλές ώρες έκανε γονατιστός προσευχή. Είχε στο στόμα του συνεχώς ύμνους προς τον Θεό. Για εργόχειρο είχε την καλλιγραφία και διάβαζε τις θειες Γραφές. Εξαιτίας αυτών των κόπων έγινε ο αοίδιμος πράος, σεμνός, μέτριος, απλός, άκακος. Έτσι, για τις αρετές του αυτές χειροτονήθηκε Ιερεύς.

Στη Κωνσταντινούπολη

Μετά από λίγο συνάντησε τον Άγιο Γρηγόριο τον Δεκαπολίτη και ταξίδεψε με αυτόν στην Κωνσταντινούπολη, όπου για ένα διάστημα παρέμειναν και οι δύο έγκλειστοι στον Ναό του Αγίου Ιερομάρτυρα Αντύπα.


Εκεί ο Ιωσήφ παρέμεινε αγωνιζόμενος με σκληραγωγίες και άλλες κακουχίες του σώματος. Επειδή δε βλάστησε η χριστομάχος αίρεση των εικονομάχων, γι αυτό παρακινηθείς από μερικούς ευσεβείς αναχώρησε κατά το έτος 841 για την Ρώμη.

Ενώ δε ταξίδευε προς την Ρώμη, τον απάντησαν πειρατικά πλοιάρια Κρητών, οι οποίοι οδήγησαν τον Όσιο αιχμάλωτο στην Κρήτη, όπου τον έριξαν στην φυλακή. Εκεί πάντοτε δίδασκε αυτούς που τον επεσκέπτοντο, καθοδηγώντας τους στην οδό της σωτηρίας και της αρετής και με τους ψυχοφελείς του λόγους πολλούς γλύτωσε από τα χέρια του διαβόλου
.

Τον φανερώνεται ο Άγιος Νικόλαος

Γέροντας Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης - Ένας υμνωδός από τον Άθωνα ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ



«Από το Καρούλι, ανηφορίζων προς δυσμάς, προχωρείς εις τα ανώμαλα υψώματα, κατά μήκος της μεσημβρινής παραλίας της Αγιορειτικής Χερσονήσου και, μετά ημίσειαν περίπου ώραν, φθάνεις εις το κελλίον του Μοναχού Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ήγουν του ανήκοντος εις την Σκήτην της Μικράς Αγίας Άννης. Ούτος ο ευλογημένος μοναχός Γεράσιμος κατάγεται από την Βόρειον Ήπειρον και ασκητεύει επί 3Ο έτη εις το Άγιον Όρος, κέκτηται δε παρά Θεού το χάρισμα του υμνογράφου ...».
(Απόσπασμα από προσκυνηματικό οδηγό του Αγίου Όρους, 1950).
001.jpgΟ κατά κόσμον Αναστάσιος-Αθανάσιος γεννήθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου 1905 στην Δρόβιανη της επαρχίας Δελβίνου Βορείου Ηπείρου. Έμαθε τα πρώτα του γράμματα στο δημοτικό σχολείο της γενέτειράς του. Με το τέλος του δημοτικού σχολείου ο έφηβος πλέον Αναστάσιος έμελλε να εγκαταλείψει το περιβάλλον του χωριού. Ήδη ο πατέρας του είχε εγκατασταθεί στον Πειραιά, όπου εργαζόταν. Και ο ίδιος έπρεπε να τον ακολουθήσει για να εργαστεί κοντά του. Έτσι, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την μητέρα και τον μικρότερο αδελφό του.
Ο ίδιος περιγράφει την αναχώρησή του από το χωριό: «Από την Δρόβιανη δεν θυμούμαι αν έφυγα με σκοπό να ξαναγυρίσω». Ο χωρισμός αυτός κόστισε σε όλα τα μέλη της οικογένειας. Ιδιαίτερα στην μητέρα του Αθηνά. Ο ανηψιός του μας πληροφορεί σχετικά: «Για πρώτη φορά άκουσα για τον γέροντα το 1941, όταν επιστρέψαμε από Ελλάδα, εγώ, η μαμά μου Ευθαλία και ο πατέρας μου Κίμων, όπου με είχαν φέρει για κάποια χειρουργική επέμβαση. Όταν, λοιπόν, επιστρέψαμε στο σπίτι, με ρώτησε η γιαγιά μου· τον θείο σου τον είδες; Τον αντάμωσες; Εγώ με απορία την κοίταξα στα μάτια και ρώτησα· ποίον; Και μου λέει· τον Γεράσιμο. (Ήξερε ότι έγινε μοναχός, γιατί είχαν αλληλογραφία). Όχι, της λέω. Ήμουν 5-6 χρονών τότε. Έκτοτε άρχισα να ζω την αγωνία της γιαγιάς μου, μήπως κλείσει τα μάτια της μη βλέποντάς τον ποτέ, πράγμα που έγινε κιόλας».

-Από την Β. Ήπειρο στην Αθήνα

Αρχικά εγκαταστάθηκε στον Πειραιά, κοντά στον πατέρα και την θεία του, Φωτεινή Χαρμπάτση-Γεωργίου. Στην συνέχεια μετακόμισαν στην Αθήνα. Στην νέα του διαμονή συνέχισε τις σπουδές του στο γυμνάσιο. Ο ζήλος του για τα γράμματα εντυπωσιακός. Μετά το γυμνάσιο συνέχισε τις σπουδές του σε κάποια ανώτερη σχολή ελληνικής παιδείας.
Στην Αθήνα φρόντισε και για την πνευματική του ζωή και εκκλησιαζόταν τακτικά. Θυμάται ο ίδιος: «Η ενορία μας ήταν ο Άγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης. Συνήθως πηγαίναμε επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας, όπου ήτο η παλαιά Ριζάρειος Σχολή, στον Άγιο Γεώργιο της Ριζαρείου, επειδή ήταν κοντά. Εκεί κατ πανάληψη λειτούργησε και ο Πενταπόλεως Νεκτάριος, τον οποίο είδα. Ήρχετο από την Αίγινα καμμιά φορά. Ένας πολύ σεβάσμιος, πολύ ... Που να ξέρω εγώ ότι αυτός είναι άγιος! Ήταν όπως στο ύψος μου· ταπεινός, γεμάτος χάρη· όταν ομιλούσε ολίγα "άλατι ηρτυμένα", αυτά τα θυμούμαι. Δεν θυμούμαι άλλους λειτουργούς».
Στην Αθήνα καλλιέργησε την σκέψη να γίνει μοναχός και σκέφθηκε να φύγει έγκαιρα, πριν αναλάβει άλλες υποχρεώσεις. Και δεν χρειάστηκε πολύ χρόνο για να πραγματοποιήσει την κλίση του. Έτσι έρχεται στο Άγιον Όρος στις 15-8-1922 σύμφωνα με δική του διήγηση, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία του Μοναχολογίου του αρχείου της Μονής Μεγίστης Λαύρας στις 15-8-1923.

Η Σκήτη της Αγίας Άννης, η άσκηση και ο γέροντας Γεράσιμος

Ένας από τους πιο γνωστούς υμνογράφους του Άθω



O γέροντας Γεράσιμος -ο νεώτερος- από το κελί του Τιμίου Προδρόμου στη Μικρά Αγία Άννα, σε μια από τις πιο ερημικές περιοχές του Αγίου Όρους, μιλά στην «Αγιορείτικη Κιβωτό» για το ασκητικό μέρος της περιοχής αυτής και αναφέρεται στο θεσπέσιο έργο του μακαριστού γέροντα Γεράσιμου του υμνογράφου.
«... Κείται, λοιπόν, η Μικρά αυτή Σκήτη εν τη νοτίω υπωρεία του υψιτενούς Άθω και απέχει εκ μεν της κυριάρχου Μονής Μεγίστης Λαύρας του Οσίου Αθανασίου ώρας 4, έχουσα ταύτην ανατολικώς, εκ δε της Ιεράς Σκήτεως Αγίας Άννης, μεθ’ ης ως μία Σκήτη λογίζεται, 30’ της ώρας, κειμένη νοτιοανατολικώς αυτής.
Το έδαφος αυτής είναι ανώμαλον και βραχώδες, περιστοιχούμενων υπό κραναών και αποκρήμνων βράχων, και αποτελεί φάραγγα προσιτήν και ευδιάβατον, ήτις φαινομένη μακρόθεν, παρουσιάζει πραγματικώς ασκητικήν κατανυκτικώτατην όασιν...
(...) Συνεστήθη κατά τας αρχάς του ιζ’ αιώνος, γνωρίσασα πρώτους οικιστάς και ηγήτορας τους Οσίους Δινύσιον τον Ρήτορα και Μητροφάνην, οίτινες τον ησύχιον ασπασάμενοι βίον, κατώκησαν εν τω εν αυτή διασωζωμένω σπηλαίω ούση τότε αοικήτω και αγρία. Αι Καλύβαι ας περιλαμβάνει ανέρχονται εις εννέα τον αριθμόν, εξ ων αι μεν εξ έχουσι Ναΐδρια, αι δε άλλαι τρεις στερούνται επίσης και της χρονολογίας καθ’ ην ωκοδόμηνται στερούνται σχεδόν πάσαι, εκτός δύω ή τριών, αίτινες διασώζουσι το έτος της ανακαινίσεως των ως και το όνομα των ανακαινιστών.
(...) Μεταξύ των Καλυβών της είναι και η του Τιμίου Προδρόμου, εν η διέρχεται η εξ Αγίας Άννης προς τα Κατουνάκια οδός. Ταύτης ο Ναΐσκος σεμνύνεται επί τη μνήμη της Αποτομής του Τιμίου Προδρόμου και ανεκαινίσθη υπό Μακαρίου Μοναχού κατά το 1736, ο οποίος και “κτίτωρ δεύτερος” επιγράφεται εις το κάτω μέρος των διασωθέντων παλαιών εικόνων, αίτινες ευρίσκονται έως σήμερον εν αυτώ».
Η ανωτέρω σύντομος αποσπασματική περιγραφή της Μικράς Αγίας Άννης και της εν αυτή Καλύβης του Τιμίου Προδρόμου ελήφθη αυτούσιος εκ των χειρογράφων του μακαριστού γέροντος Γερασίμου, υμνογράφου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.
Ο μετέπειτα υμνογράφος εκοινοβίασεν εις την εν λόγω καλύβην, τον Αύγουστον του 1922, έχοντας ως γέροντα τον ιερομόναχον Μελέτιον. Ο μοναχός Γεράσιμος, προσαρμοσμένος πλήρως εις τη νέαν του ζωήν, απετέλεσε ομολογουμένως πρότυπον υπακοής, ταπεινώσεως και κάθε αρετής. Παραλλήλως με την τέλεσιν των καθημερινών μοναχικών ακολουθιών και τη μελέτην, οι μοναχοί της καλύβης εργάζονται διά την επιβίωσίν τους, ασχολούμενοι με την κατασκευή σφραγίδων που χρησιμοποιούνται εις το ζύμωμα προσφόρων διά την Θείαν Λειτουργίαν. Έτσι και ο νέος μοναχός Γεράσιμος έμαθε την τέχνην αυτήν. Εκείνο, όμως, το οποίον τον εγοήτευε ήταν η ενασχόλησις με τα γράμματα, και ειδικώς με την υμνογραφίαν, εις ην και επεδόθη εκ νεαράς ηλικίας μετά ζήλου και επιτυχίας.

Το Μυστήριο της Βαπτίσεως του Κυρίου, μέσα από τον υμνολογικό πλούτο της Εκκλησίας μας.


Το Μυστήριο της Βαπτίσεως του Κυρίου, μέσα από τον υμνολογικό πλούτο της Εκκλησίας μας.
Όλες οι γιορτές της ορθόδοξης χριστιανικής λατρείας έχουν το δικό τους συμβολισμό, ιδιαίτερα οι Δεσποτικές αποκαλούμενες. Μια από αυτές είναι και η γιορτή των Θεοφανείων που αναφέρεται στη βάπτιση του Ιησού Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό.

Η γιορτή αυτή, όμως, ονομάζεται και «τα Άγια Φώτα» και των «Επιφανείων», γιατί την ημέρα εκείνη, σύμφωνα και με τη μαρτυρία των Ευαγγελιστών έκανε την εμφάνισή του ολόκληρη η Αγία Τριάδα.


«Τότε παραγίνεται ο Ιησούς από της Γαλιλαίας επί του Ιορδάνην προς τον Ιωάννην του βαπτισθήναι υπ’ αυτού» (Ματθ. γ’ 13). Όπως συνεχίζει ο Ευαγγελιστής, την ώρα που τελείται η βάπτιση «Ιδού φωνή εκ των ουρανών λέγουσα ούτος εστίν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα» (1) (Ματ. γ’ 17).

Έχουμε δηλ. την παρουσία, εκτός του Χριστού και του Θεού ο οποίος δηλώνει τη συμμετοχή του στο μυστήριο, ως δεύτερο πρόσωπο της Αγ. Τριάδος, και το πνεύμα «του Θεού καταβαίνων ωσί περιστεράν και ερχόμενον επ’ αυτού». Το γεγονός της βάπτισης του Χριστού αναφέρουν όλοι οι ευαγγελιστές στα κείμενά τους.


Την ημέρα εκείνη η εκκλησία μας καθόρισε να ψάλλονται το πρωί στον όρθρο δύο κανόνες. Ο μεν πρώτος, πεζός, έργο του επισκόπου Κοσμά του Μαϊουμα σε δεύτερο ήχο και ένας Ιαμβικός, του ίδιου ήχου (δεύτερου) έργο του μεγάλου μελωδού της ορθόδοξης εκκλησίας Ιωάννη του Δαμασκηνού.

Τα πρώτα τροπάρια (ειρμοί) των εννέα ωδών, (μικρών ομάδων από 4-6 τροπάρια) ψάλλονται με πανηγυρικό τρόπο λίγο πριν από το εωθινό ευαγγέλιο. Τα πρώτα αυτά τροπάρια ονομάζονται στη λειτουργική γλώσσα, «καταβασίες» γιατί τα παλιά χρόνια, οι ψάλτες κατέβαιναν από τα στασίδια τους και τα έψαλλαν στο μέσο του Ναού.

Ο Ιούδας στην υμνογραφία των Παθών του Κυρίου


Το πρόσωπο του Ιούδα, η πράξη της προδοσίας και ο τρόπος, κατά τον οποίον έγινε αυτή, αποτελούν θέμα πολλών τροπαρίων της υμνογραφίας της περιόδου των παθών του Κυρίου (Μ. Εβδομάδος), που ανήκει στο Τριώδιο. Μάλιστα η περί του Ιούδα υμνογραφική θεματολογία είναι τόσο πλούσια, κατά την περίοδο αυτή, ώστε να αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα ότι ο Ιούδας αποτελεί, μετά τον πάσχοντα Ιησού, τον κατ’ εξοχήν κεντρικό «ήρωα» των διαδραματιζομένων γεγονότων. Η συχνότητα αυτή της υμνογραφικής εξάρσεως και προβολής του προδότη μαθητή εξηγείται, σύμφωνα με τα όσα είπαμε, όχι μόνον από το γεγονός, ότι η πράξη της προδοσίας είναι ίσως το πλέον θεμελιακό στοιχείο στην όλη δομή των παθών του Κυρίου, αλλά και εκ του ότι οι υμνογράφοι της Εκκλησίας, όπως ακριβώς και το εν γένει πλήρωμά της, αισθάνονται βαθειά την ανάγκη να υπογραμμίσουν και να στηλιτεύσουν, ακόμη και διά της υμνολογικής οδού, το πρόσωπο και την πράξη του Ιούδα.
Η υμνογραφική περιγραφή και ανάλυση της πράξεως της προδοσίας ταυτίζεται ασφαλώς με τη σκιαγράφηση του χαρακτήρα και της ψυχογραφίας του προδότη μαθητή. Επειδή δε η περιγραφή και η ανάλυση αυτή πραγματοποιείται δυνάμει των συγκινησιακών κυρίως (δηλ. συναισθηματικών) αντιδράσεων των ευσεβών ποιητών και μελωδών της Εκκλησίας, έχει ιδιάζοντα χαρακτήρα αλλά και ιδιάζουσα σημασία. Το σύνολο των υμνογραφικών χαρακτηριστικών του προσώπου του Ιούδα εκφράζει τη θέση, που λαμβάνει ο ευσεβής άνθρωπος έναντι του προδότη μαθητή και της πράξεώς του. Ίσως δε για το λόγο αυτό η συχνότητα της αναφοράς των υμνογράφων στα του Ιούδα να έχει ένα ιδιαίτερο νόημα. Το νόημα της εκ μέρους του υμνογράφου ασυνείδητης αντιδράσεως εναντίον ατομικών αρνητικών (εσωτερικών) θρησκευτικών εμπειριών. Ως θρησκευόμενο άτομο, απορρίπτει την πράξη της προδοσίας και πιθανώς υμνογραφεί και για να εξουδετερώσει εσωτερικές ασυνείδητες διαθέσεις, σχετιζόμενες με την πράξη αυτή. Ίσως μάλιστα ο συγκινησιακός παράγοντας της δυναμικής ποιητικής εμπνεύσεως σε σχέση με το βάθος της ευσέβειας του υμνωδού είναι, και τα δύο, στοιχεία, που σαν αδιάψευστα, μπορούν να θεμελιώσουν επαρκώς την άποψη της υποκειμενικής αυτής αντιδράσεως εναντίον των πιο πάνω εμπειριών.

Πώς δημιουργήθηκε ο "Ακάθιστος Ύμνος" - Ποιος τον έγραψε


Ακάθιστος Ύμνος
Πότε ψάλλεται
Ακάθιστος Ύμνος επικράτησε να λέγεται ένας ύμνος «Κοντάκιο» της Ορθόδοξης Εκκλησίας, προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου, από την όρθια στάση, που τηρούσαν οι πιστοί κατά τη διάρκεια της ψαλμωδίας του.
Ο Ακάθιστος Ύμνος, είναι ένας ύμνος που αποτελείται από προοίμιο και 24 οίκους (στροφές) σε ελληνική αλφαβητική ακροστιχίδα.
Οι πιστοί έψαλλαν τον Ακάθιστο ύμνο όρθιοι, υπό τις συνθήκες που θεωρείται ότι εψάλη για πρώτη φορά, ενώ το εκκλησίασμα παρακολουθούσε όρθιο κατά την ακολουθία της γιορτής του Ευαγγελισμού, με την οποία συνδέθηκε ο ύμνος.
Ψάλλεται ενταγμένος στο λειτουργικό πλαίσιο της ακολουθίας του Μικρού Αποδείπνου, σε όλους τους Ιερούς Ναούς, τις πέντε πρώτες Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, τις πρώτες τέσσερις τμηματικά, και την πέμπτη ολόκληρος.
Είναι ένας ύμνος που αποτελείται από προοίμιο και 24 οίκους (στροφές) σε ελληνική αλφαβητική ακροστιχίδα, από το Α ως το Ω (κάθε οίκος ξεκινά με το αντίστοιχο κατά σειρά ελληνικό γράμμα), και είναι γραμμένος πάνω στους κανόνες της ομοτονίας, ισοσυλλαβίας και εν μέρει της ομοιοκαταληξίας.
Θεωρείται ως ένα αριστούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας, η γλώσσα του είναι σοβαρή και ποιητική και είναι εμπλουτισμένος από κοσμητικά επίθετα και πολλά σχήματα λόγου (αντιθέσεις, μεταφορές, κλπ).
Το θέμα του είναι η εξύμνηση της ενανθρώπισης του Θεού μέσω της Θεοτόκου, πράγμα που γίνεται με πολλές εκφράσεις χαράς και αγαλλίασης, οι οποίες του προσδίδουν θριαμβευτικό τόνο.
Κατά το έτος 626 μ. Χ., και ενώ ο Αυτοκράτορας Ηράκλειος μαζί με το βυζαντινό στρατό είχε εκστρατεύσει κατά των Περσών, η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε αιφνίδια από τους Αβάρους. Οι Άβαροι απέρριψαν κάθε πρόταση εκεχειρίας και την 6η Αυγούστου κατέλαβαν την Παναγία των Βλαχερνών. Σε συνεργασία με τους Πέρσες ετοιμάζονταν για την τελική επίθεση, ενώ ο Πατριάρχης Σέργιος περιέτρεχε τα τείχη της Πόλης με την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενθάρρυνε το λαό στην αντίσταση.
Τη νύχτα εκείνη, φοβερός ανεμοστρόβιλος, που αποδόθηκε σε θεϊκή επέμβαση, δημιούργησε τρικυμία και κατάστρεψε τον εχθρικό στόλο, ενώ οι αμυνόμενοι προξένησαν τεράστιες απώλειες στους Αβάρους και τους Πέρσες, οι οποίοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία και να αποχωρήσουν άπρακτοι.
Στις 8 Αυγούστου, η Πόλη είχε σωθεί από τη μεγαλύτερη, ως τότε, απειλή της ιστορίας της. Ο λαός, θέλοντας να πανηγυρίσει τη σωτηρία του, την οποία απέδιδε σε συνδρομή της Θεοτόκου, συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Τότε, κατά την παράδοση, όρθιο το πλήθος έψαλλε τον από τότε λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο», ευχαριστήρια ωδή προς την υπέρμαχο στρατηγό του Βυζαντινού κράτους, την Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη του «τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ».

Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός: Ο Μεγάλος Θεολόγος και Υμνογράφος της Εκκλησίας

ioannis-damaskinosΤου Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου Καθηγητού | Romfea.gr (Πρώτη δημοσίευση 4-12-2016)

Οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας έβαλαν τη δική τους σφραγίδα ο καθένας στη διατύπωση της αποκαλυμμένης και σώζουσας αλήθειας.
Είναι όντως θαυμαστό το γεγονός ότι ουδέποτε υπήρξε χρόνος στη δισχιλιόχρονη πορεία της Εκκλησίας μας να μην υπάρχουν Πατέρες και διδάσκαλοι, οι οποίοι εκφράζουν την αυτοσυνειδησία Της.
Μια από τις μεγάλες πατερικές μορφές υπήρξε και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο οποίος έζησε και έδρασε σε μια κρίσιμη εποχή για την Εκκλησία, όπου η εικονομαχία συγκλόνιζε τα θεμέλιά Της.
Γεννήθηκε στη Δαμασκό της Συρίας περί το 645 από ευγενείς γονείς. Η πατρίδα του, όπως και όλη η Μ. Ανατολή βρισκόταν στην εξουσία των Αράβων κατακτητών.
Ο πατέρας του Σέργιος ήταν υπουργός των οικονομικών του άραβα χαλίφη Αβδέλ Μελέκ του Α΄, φιλάνθρωπος και προστάτης των χριστιανικών πληθυσμών από τις αυθαιρεσίες των Αγαρηνών. Τον γιό του Ιωάννη τον θεώρησε ως δώρο του Θεού. Φρόντισε να του δώσει ευσέβεια και μόρφωση.
Διάλεξε ως δάσκαλό του έναν επιφανή άνδρα από την Ιταλία, τον μοναχό Κοσμά, τον οποίο έσωσε από θάνατο.
Αυτός του δίδαξε θεολογία, φιλολογία, ρητορική, αστρονομία και μουσική. Μαζί του μεγάλωνε και σπούδαζε ο θετός αδελφός του Κοσμάς, τον οποίο υιοθέτησε η οικογένειά του λόγω ορφάνιας.
Είναι ο κατοπινός μεγάλος ποιητής της Εκκλησίας μας, επίσκοπος Μαϊουμά Κοσμάς ο Μελωδός.
Όταν ολοκληρώθηκαν οι σπουδές των δύο νέων ο δάσκαλός τους μοναχός Κοσμάς ζήτησε την άδεια να αναχωρήσει για τη λαύρα του Αγίου Σάββα στην Παλαιστίνη, όπου κοιμήθηκε εν ειρήνη.
Λίγο αργότερα κοιμήθηκαν και οι γονείς τους. Οι Σαρακηνοί εκτιμώντας τη μόρφωση του Ιωάννη του έδωσαν το αξίωμα του πατέρα του, παρά τη θέλησή του, διότι εκείνος ποθούσε τη μοναχική ζωή.
Το 726 ο εικονομάχος αυτοκράτορας του Βυζαντίου Λέων Γ΄ Ίσαυρος (717-741) προκάλεσε τη μεγάλη εικονομαχική έριδα, η οποία για εκατό και πλέον χρόνια συντάραξε την Εκκλησία, με αμέτρητους μάρτυρες και ομολογητές.
Ο Ιωάννης ανάλαβε να υπερασπίσει την ορθόδοξη πίστη, στέλνοντας επιστολές στη Βασιλεύουσα, στηλίτευε την εικονομαχία ως φρικτή ασέβεια και αίρεση.
Ο αυτοκράτορας εξαγριώθηκε και αποφάσισε να βάλλει ανθρώπους να τον συκοφαντήσουν στον άρχοντα των Σαρακηνών, προκειμένου να τον θανατώσει.

Οι Υμνογράφοι της Μεγάλης Εβδομάδας:



Μεγάλη-εβδομάδα1
Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου.
Εισαγωγικά
Ο εόρτιος κύκλος της Μ.Εβδομάδας κατέχει εξέχουσα θέση στο εορτολόγιο της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας.Αποτελεί «χρυσοφόρο  πνευματική φλέβα ανυπολόγιστου πλούτου και αξίας στο απέραντο χρυσωρυχείο της Ορθοδόξου πίστεως και λατρείας».(Α.Θεοδώρου)
Οι ιεροί υμνογράφοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας διέθεσαν όλο το ποιητικό τους  τάλαντο αλλά και όλην την ευσέβεια της ψυχής των, γιά να περιγράψουν, να εξυμνήσουν και να ερμηνεύσουν τα εορταζόμενα γεγονότα. Οι εμπνευσμένοι ύμνοι των, ψαλλόμενοι επί αιώνας ολοκλήρους στους ορθοδόξους ναούς, γεννούν  κατάνυξη και ευλάβεια στις ψυχές των Χριστιανών και τους βοηθούν να εννοήσουν και να ζήσουν κυριολεκτικά το Πάθος και την Ανάσταση του Κυρίου, να συμπορευθούν, να συσταυρωθούν και να συναναστηθούν μαζί του.
Είδη ύμνων.
Από τους ύμνους της Μ. Εβδομάδος διακρίνονται οι κανόνες,τα κοντάκια όλων των ημερών της Μ. Εβδομάδος είναι πιθανότατα ποίημα Ρωμανού του Μελωδού, ο οποίος έζησε κατά τον στ´ αιώνα.
Πλήθος ιδιομέλων, τα οποία ψάλλονται στους Εσπερινούς και στους Όρθρους συμπληρώνουν την υμνολογία  της Μ. Εβδομάδος. Πολλά εξ αυτών είναι ποιήματα των Κοσμά του Ιεροσολυμίτου και Ιωάννου του Δαμασκηνού, μερικά άλλων ποιητών και πολλά επίσης αγνώστων ποιητών. Αρχαιότατη είναι μακρά σειρά ιδιόμελων  κατατεταγμένων σε 15 αντίφωνα, που ψάλλεται στον Όρθρο της Μ. Παρασκευής. Μερικά εξ αυτών επαναλαμβάνονται και στις Ώρες της αυτής ημέρας, που  φέρονται σαν  ποίημα του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας ή του αγίου Σωφρονίου Ιεροσολύμων.
Ιδιαιτέρως κατανυκτικά και αγαπητά σε όλους είναι τα Εγκώμια του Μ. Σαββάτου,με τα οποία κατά τρόπο  διδακτικώτατο  και συγκινητικώτατο  περιγράφεται, ερμηνεύεται και αναλύεται ο θάνατος, η ταφή και «η εις άδου κάθοδος του Κυρίου».
Ο Επιτάφιος Θρήνος
Ο Επιτάφιος Θρήνος, γνωστός και ως τα εγκώμια ή μεγαλυνάρια του Όρθρου του Μεγάλου Σαββάτου, αποτελείται από μία μακρά σειρά προσόμοιων τροπαρίων σε τρεις στάσεις, τα οποία συμψάλλονταν αρχικά με τους στίχους του ριη΄ ψαλμού. Ο εν λόγω ψαλμός ονομάζεται και Άμωμος από τον πρώτο στίχο του, , και αποτελεί  το ιζ΄ κάθισμα του Ψαλτηρίου, το οποίο στιχολογείται, σύμφωνα με τη μοναστική βυζαντινή λειτουργική παράδοση, κατά τον Όρθρο του Σαββάτου.
Η ερευνήτρια FRANCISCO JAVIER GARCÍA BÓVEDA σε σχετική της εργασία σημειώνει τα εξής:
«Στη σημερινή κατάσταση της έρευνας δεν βρισκόμαστε σε θέση να προσδιορίσουμε την ταυτότητα τον ποιητή του Επιταφίου. Ίσως η μελέτη των εκατοντάδων χειρογράφων όπου διασώζονται οι γνωστές σήμερα αλλά και οι μέχρι σήμερα ακόμα άγνωστες συλλογές μεγαλυναρίων να μας οδηγήσει κάποτε στην αποκάλυψη του ονόματός του. Αδύνατη κατέστη η ταύτιση του ποιητή του Επιταφίου με κάποιο από τους γνωστούς λόγιους υμνογράφους της εποχής, τα έργα των οποίων εντάσσονται στα παραδοσιακά πλέον υμνογραφικά είδη και αρχαΐζουν ως επί το πλείστον. Οι συνθέσεις των υμνογράφων αυτών διαφέρουν έντονα από το ύφος, τη γλώσσα και την αισθητική του Επιταφίου, ένας ύμνος που  χαρακτηρίζεται για την πρωτοτυπία του αλλά και για τη δυνατότητα του να έλθει σε άμεση  επικοινωνία με τον πιστό. Ο ποιητής του Επιταφίου, σε αντίθεση με άλλους λόγιους
υμνογράφους της ίδιας εποχής, οι οποίοι είναι συνήθως κάτοχοι τόσο της αρχαίας ελληνικής  γραμματείας, όσο και των πατέρων της Εκκλησίας, φαίνεται να είναι εξοικειωμένος κυρίως  με τους ύμνους και τα βιβλικά αναγνώσματα των ιερών ακολουθιών».

Αναλυτικότερα οι ποιητές της Μεγάλης Εβδομάδος και τα υμνογραφήματα τους είναι:

1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΡΗΤΗΣ 
images
1.1. Τριώδιο του Αποδείπνου της Κυριακής των Βαΐων
1.2. Τριώδιο του Αποδείπνου της Μεγάλης Δευτέρας
1.3. Τριώδιο του Αποδείπνου της Μεγάλης Τρίτης
1.4. Τριώδιο του Αποδείπνου της Μεγάλης Τετάρτης
1.5. Τριώδιο του Αποδείπνου της Μεγάλης Πέμπτης
1.6. Τετραώδιο του Αποδείπνου της Μεγάλης Παρασκευής

2. ΚΟΣΜΑΣ ΜΕΛΩΔΟΣ.
Kosma-ierusalimskij

2.1. Τριώδιο του Όρθρου της Μεγάλης Δευτέρας
2.2. Διώδιο του Όρθρου της Μεγάλης Τρίτης
2.3. Τριώδιο του Όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης
2.4. Κανόνας του Όρθρου της Μεγάλης Πέμπτης
2.5. Τριώδιο του Όρθρου της Μεγάλης Παρασκευής
3. ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ 

Οι Μελωδοί & οι Υμνογράφοι της Εκκλησίας



Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμίας Β΄, ὁ ἐπικληθείς Τρανός, ἐγεννήθηκε, τό 1536, στήν Ἀγχίαλο καί ἐμορφώθηκε κοντά στούς Μητροπολίτες Μονεμβασίας Ἱερόθεο, Τυρνόβου Ἀρσένιο καί Ναυπάκτου Δαμασκηνό, ὡς καί στούς Ματθαῖο Κρητικό καί Θωμᾶ Ἐλεαβοῦλκο, στή συνέχεια δέ μέχρι τέλους τοῦ βίου του ἐπιδόθηκε σέ θεολογικές καί ἄλλες μελέτες.

IΕΡΕΜΙΑΣ Β΄ Ο ΤΡΑΝΟΣ, ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ
Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμίας Β΄, ὁ ἐπικληθείς Τρανός, ἐγεννήθηκε, τό 1536, στήν Ἀγχίαλο καί ἐμορφώθηκε κοντά στούς Μητροπολίτες Μονεμβασίας Ἱερόθεο, Τυρνόβου Ἀρσένιο καί Ναυπάκτου Δαμασκηνό, ὡς καί στούς Ματθαῖο Κρητικό καί Θωμᾶ Ἐλεαβοῦλκο, στή συνέχεια δέ μέχρι τέλους τοῦ βίου του ἐπιδόθηκε σέ θεολογικές καί ἄλλες μελέτες. Ὁ χρονογράφος Μανουήλ Μαλαξός γράφει ὅτι «ἔπεσε στή μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί νύχτα καί ἡμέρα ἐσπούδαζε καί σπουδάζει θεολογικά, φιλοσοφικά καί ἄλλα πολλά μαθήματα καί ἐκκλησιαστικά καί ὡς οἰκουμενικός πατέρας καί διδάσκαλος δέν ἔπαψε οὔτε παύει νά διδάσκει καί νά κηρύσσει τό λόγο τοῦ Θεοῦπρόςὅλους καί τούς εὐσεβεῖς γιά τή σωτηρία αὐτῶν, καθώς ἔκαναν οἱσοφώτατοι Πατριάρχες» 175. Καρποί τῶν μελετῶν καί συγγραφικῶν ἐνασχολήσεών του εἶναι οἱ ἑπόμενες πραγματεῖες καί ἐπιστολές: α) Αἱτρεῖς δογματικαί ἀποκρίσεις πρός τούς Βυρτεμεργίους Λουθηρανούς θεολόγους , β) Διδασκαλία νουθετική πρός τούς Γερμανούς , γ) Ἔκθεσις Δογμάτων , δ) Ἀποκρίσεις δεκατέσσαρες πρός διαφόρους ἐρωτήσεις , ε) Ἔκθεσις τῶν ἠθῶν τῆςἙλληνικῆς Ἐκκλησίας , στ) Ἐπιστολαί πρός Χριστοφόρον Πελαργόν, Μαρτῖνον Κρούσιον, Δαβίδ Χυτραῖον, Ἰωακείμ Καμεράριον, Μάξιμον Μαργούνιον, Γαβριήλ Σεβῆρον καί ἄλλους 176.
Ἀφοῦ εἰσῆλθε στίς τάξεις τοῦ κλήρου, ἔξελέγη νέος Μητροπολίτης Λαρίσης, ἀπό ὅπου μεατέθηκε στόν οἰκουμενικό θρόνο, τό 1572, ὡς διάδοχος τοῦ Μητροφάνους ΣΤ΄. Ἐπατριάρχευσε τρεῖς φορές κατά τά ἔτη α) 1572-1579, β) 1580-1584, καί γ) 1586-1595, διότιὅλοι «ὁμοφώνως ἐξέλεξαν καί ἐψήφισαν τόν πανιερώταστον καί θεοκόσμητον μητροπολίτην Λαρίσης κύριον Ἱερεμίαν, ἀρχιερέα δίκαιον, ἄμεμπτον, ἀληθινόν, θεοσεβῆ, ἐλεήμονα, ὅσιον, ἄκακον καί ἀμίαντον» 177.
Πράγματι ὁ Ἱερεμίας Β΄ ἀναδείχθηκε ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους Οἰκουμενικούς Πατριάρχες μετά τήν Ἅλωση τῆς Πόλεως καί ἦλθε σέ σχέση καί πρός τόν Πάπα Ρώμης Γρηγόριο ΙΓ΄ καί πρός τούς Διαμαρτυρόμενους ἐκπροσωπήσας ἄριστα τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔναντι τῶν ἑτεροδόξων.
Κατά τό ἔτος 1588 μετέβη στή Μόσχα καί καθίδρυσε τό Ρωσικό Πατριαρχεῖο, ἀφοῦ ἐχειροτόνησε ὡς πρῶτο Πατριάρχη τῆς Ρωσίας τόν Μόσχας Ἰώβ. Έπεχείρησε πολλές καί μεγάλες ποιμαντορικές περιοδεῖες σέ πολλές ἐπαρχίες, ἐπεκύρωσε, τό 1583, συνοδικῶς τά δίκαια τῆς μονῆς Σινᾶ, προηγουμένως δέ, κατά τήν πρώτη πατριαρχεία, μετέφερε τήν ἕδρα τῆς Μητροπόλεως Φιλαδελφείας,ἐπί Γαβριήλ Σεβήρου, στήν Βενετία.

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ, ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΘΗΝΩΝ



Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης ἐγεννήθηκε στήν Ἀθήνα περί τά τέλη τῆς πρώτης δεκαετίας τοῦ Α΄ αἰῶνος μ.Χ., ἀπό γονεῖς εἰδωλολάτρες μέ εὐγενική καταγωγή. Ἡ παιδεία του πρέπει νά ὑπῆρξε ὄντως ἐξαιρετική. Ὅπως εἶναι γνωστό, ἀπό τούς ἐννέα ἄρχοντες τῶν Ἀθηνῶν, διάλεγαν τούς ἐννέα σοφούς καί ἀδέκαστους Ἀρεοπαγίτες, πού πρῶτα ἦσαν ἐννέα καί ἀργότερα ἔφθασαν τούς πενῆντα ἕνα. Ἡ φήμη τοῦ Ἁγίου ἔλεγε πώς ἦταν «ὁ δίκης ἀρρεπεστάτῃ τρυτάνῃ κεχρημένος, καί τῶν ἐν Ἀθήναις θεμιστευόντων εὐθύτατος» 11. Καί ἔχει μεγάλη σημασία, πού ποτέ δέν εὑρέθηκε κανένας νά πεῖ ὅτι «ἐν αὐτῷ ἀδίκως ἐδικάσθησαν τά κριθέντα» 12. Ἡ ἀρχαία παράδοση θέλει τόν Ἅγιο ὡς κορυφαῖο δικαστή καί πρόεδρο τοῦ Ἀρείου Πάγου.
Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὑπῆρξε τό πρῶτο πνευματικό θήραμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅταν αὐτός ἦλθε στήν Ἀθήνα. Ὅπως ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς μᾶς ἀφηγεῖται, στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων , ὅταν οἱ Ἀθηναῖοι ἄκουσαν τόν Ἀπόστολο Παῦλο νά ὁμιλεῖ γιά ἀνάσταση νεκρῶν, ἄλλοι τόν ἐχλεύαζαν καί ἄλλοι τοῦ ἔλεγαν «ἀκουσόμεθά σου περί τούτου καί πάλιν. Οὕτως ὁ Παῦλος ἐξῆλθεν ἐκ μέσου αὐτῶν. Τινές δέ ἄνδρες κολληθέντες αὐτῷ ἐπίστευσαν, ἐν καί Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, καί γυνή τις ὀνόματι Δάμαρις, καί ἕτεροι σύν αὐτοῖς»13 . Καί «τότε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἀφοῦ ἀναγέννησε τόν ἅγιο αὐτό ἄνδρα μέ τό ἱερό βάπτισμα, τόν ἐστερέωσε στή θεία ἁγιωσύνη» 14. Καί ἐπειδή ὁ Διονύσιος ἦταν πολιτικός καί θρησκευτικός ἄρχοντας τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν, γίνεται ὁ πρῶτος ὁδηγός, ἐπίσημα, τοῦ Ἑλληνισμοῦ πρός τόν Χριστιανισμό. Ἄν οἱ καιροί ἐκεῖνοι ἔδειχναν πώς ἔρχονταν μεγάλες ταραχές καί κατακλυσμός, ὁ Διονύσιος γίνεται ὁ δεύτερος Νῶε, πού θά δώσει πρώτος τό σύνθημα στούς Ἕλληνες νά εἰσέλθουν στήν κιβωτό τοῦ Χριστιανισμοῦ καί νά σωθοῦν.
Ἡ πατερική παράδοση, μέ τό στόμα τοῦ Διονυσίου, Ἐπισκόπου Κορίνθου, μᾶς βεβαιώνει πώς ὑπῆρξε ὁ πρῶτος Χριστιανός Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν, κατά τή μαρτυρία πού διασώζει ὁ ἱστορικός Εὐσέβιος 15, ἐνῶ ἄλλοι νεώτεροι δέχονται πώς ἐκεῖ, στήν πόλη τῶν Ἀθηνῶν, ἐγνώρισε τόν διά πυρᾶς θάνατο 16 . Ἄλλοι ἀναφέρονται ἀορίστως σέ μαρτυρικό θάνατο, χωρίς ν' ἀναφέρουν εἶδος θανάτου-μαρτυρίου ἤ τό χρόνο. Τό πιθανώτερο εἶναι, ὅτι ὁ Ἅγιος Διονύσιος ἐμαρτύρησε στήν Ἀθήνα, κατά τό ἔτος 95 μ.Χ., κατά τόν ἐπί Δομετιανοῦ διωγμό (81-96 μ.Χ.) 17 .
Ἡ ταύτιση τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου μέ τόν Ἅγιο Διονύσιο, Ἐπίσκοπο Παρισίων, εἶναι ἐσφαλμένη καί ὀφείλεται, κατά κοινή σχεδόν ὁμολογία, στή φιλοδοξία τοῦ ἡγουμένου καί τῶν μοναχῶν τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τῶν Παρισίων, πού ἤθελαν ὡς προστάτη τῆς μονῆς τους καί τῆς Ἐκκλησίας τους, ὄχι τόν Μάρτυρα Διονύσιο, ἱδρυτή τῆς μονῆς καί τῆς Ἐκκλησίας τους, ἀλλά τόν πολύ ἀρχαιότερο Διονύσιο τῶν Ἀποστολικῶν χρόνων, μαθητή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί συγγραφέα τῶν Ἀρεοπαγιτικῶν συγγραμμάτων. Ἔτσι θά ἐμεγάλωνε ἡ φήμη, ἡ δόξα καί ἡ ἱστορία τῆς μονῆς. Τό ἔργο αὐτό, λοιπόν, ἀνέλαβε ὁ μεγαλοφάνταστος ἡγούμενος Χιλδουῖνος, ὁ ὁποῖος ἐθεώρησε ὑποχρέωσή του νά τιμήσει τόν καί προστάτη του πλέκοντας τό ἐγκώμιό του καί μεταφράζοντας τά ὑποτιθέμενα Ἀρεοπαγιτικά συγγράμματα. Ἔτσι ταυτίζει τόν Ἅγιο Διονύσιο τόν Ἀρεοπαγίτη τοῦ Α΄ αἰῶνος μ.Χ. μέ τόν Μάρτυρα Διονύσιο τοῦ Γ΄ αἰῶνος μ.Χ.

Η συμβολή του Ρωμανού και του Κοσμά του Μελωδού στη Βυζαντινή Μουσική!


 

Η συμβολή του Ρωμανού και του Κοσμά του Μελωδού στη Βυζαντινή Μουσική!

Επειδή ένας φίλος αναγνώστης έθεσε τον προβληματισμό εάν η μουσική στο Βυζάντιο βρισκόταν στο περιθώριο, η απάντησή μας είναι ότι η μουσική όχι μόνον μεσουράνησε στην βυζαντινή εποχή, αλλά είχε και πολλούς μεγάλους εκπροσώπους της μεγάλης αυτής τέχνης, όπως τον Ρωμανό τον Μελωδό, τον Κοσμά τον Μελωδό και τόσους άλλους. Ποίοι ήσαν όμως οι μεγάλοι αυτοί Μελωδοί;
ΧΩΡΙΣ αμφιβολία και παρά τα όσα λέγονται, οι Πατέρες της Εκκλησίας αγαπούσαν πολύ τη μουσική, η οποία όχι μόνον μεσουράνησε στην εποχή τους με την Βυζαντινή Μουσική (Ρωμανός ο Μελωδός, Κοσμάς ο Μελωδός και τόσοι άλλοι), αλλά και η εικονογράφηση στους ναούς πολλάκις έδειχνε αγγέλους να υμνούν τον Κύριον "εν χορδαίς και οργάνοις" (!!).
Δεν είναι λίγες εκείνες οι εκκλησίες οι οποίες εικονίζουν ακόμη και σήμερα τον Ορφέα με τη λύρα του, κάτι που κάνουν και για τον Δαβίδ, ψάλλοντα με την δική του λύρα τον Θεό! Ποίοι ήσαν όμως ο Ρωμανός ο Μελωδός και ο Κοσμάς ο Μελωδός;
Ρωμανός ο Μελωδός
Βυζαντινός υμνογράφος από τη Συρία, που έζησε, κατά την επικρατέστερη εκδοχή, τον 6o αι. Από τους μεγαλύτερους υμνογράφους της Ανατολικής Εκκλησίας, ο Ρωμανός, εβραϊκής πιθανότατα, καταγωγής, έχει βαθιά γνώση της ελληνικής γλώσσας και γράφει μερικούς από τους ωραιότερους ύμνους της βυζαντινής υμνογραφίας, εγκαταλείποντας την κλασική προσωδιακή παράδοση και ακολουθώντας το νέο σύστημα, που βασίζεται στον τόνο και στον αριθμό των συλλαβών.
Μουσικός και ποιητής συγχρόνως, χαρακτηρίζεται για την ποικιλία των ρυθμών του, την πλούσια φαντασία του και τη δραματικότητα που προκαλεί ο διάλογος, που συχνά χρησιμοποιεί αντιφωνικά. Από τους γνωστότερους και ωραιότερους ύμνους του είναι εκείνος των Χριστουγέννων (Η Παρθένος σήμερον τον Υπερούσιον τίκτει), και ο ύμνος (Όταν έλθης ο θεός επί γης μετά δόξης) κλπ.
Μεταξύ των πολλών προβλημάτων, που δημιουργήθηκαν γύρω από την προσωπικότητα και το έργο του Ρωμανού, η εποχή που έζησε και η γνησιότητα πολλών από τους ύμνους που του αποδίδονται, απασχόλησαν ιδιαίτερα τους ειδικούς μελετητές, οι οποίοι όμως δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε οριστικά συμπεράσματα.
Κοσμάς ο Μελωδός
(Δαμασκός; περ. 685 – Μαϊουμά, Παλαιστίνη περ. 750). Επίσκοπος Μαϊουμά και εκκλησιαστικός υμνογράφος. Είναι γνωστός επίσης με τα επίθετα Ιεροσολυμίτης και Αγιοπολίτης. Έμεινε ορφανός σε μικρή ηλικία και τον υιοθέτησε ο πατέρας του Ιωάννη του Δαμασκηνού, με τον οποίο έλαβε κοινή παιδεία. Στις αρχές του 8ου αι. έγινε μοναχός στη μονή Αγίου Σάββα των Ιεροσολύμων και επίσκοπος Μαϊουμά, πιθανότατα το 743.

Το έργο του περιλαμβάνει πολλούς κανόνες και ιαμβικούς, καθώς και πολλά τροπάρια. Υπήρξε από τους εισηγητές του είδους του κανόνα και συνέθεσε πολλούς από αυτούς, ιδίως για τις ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας. Ένα τροπάριό του στην Υπαπαντή, μεταφρασμένο στα λατινικά, χρησιμοποιείται ακόμα στην καθολική λειτουργία!
Έγραψε επίσης σχόλια σε δύσκολα χωρία ποιημάτων του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού. Η μνήμη του τιμάται από την Ανατ. Ορθόδοξη Εκκλησία στις 14 Οκτωβρίου.
Πάντα ταύτα ως απάντηση στον προβληματισμό εάν οι Άγιοι πατέρες και ασκητές μας συμβουλεύουν να μην ακούμε μουσική, τη στιγμή κατά την οποία αυτοί μιλούσαν πάντα για τη μουσική που "επένδυε" άσεμνα άσματα ή θεάματα, κάτι που δεν επιθυμούν και σήμερα όλοι οι γονείς και δάσκαλοι.
Με σεβασμό και τιμή
ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΝ. ΣΑΚΚΕΤΟΣ
Πέμπτη, 23 Νοεμβρίου 2017

π.Θ. Ζήσης, Οι άγ. απ. Ανανίας -Ρωμανός μελωδός -Ιω. Κουκουζἐλης [ΒΙΝΤΕΟ...

ΚΑΛΗΜΕΡΑ .....Ρωμανός ο Μελωδός - ΙΔΟΥ Ο ΝΥΜΦΙΟΣ - ᾿Ιωάννης Δαμαρλάκης


Ιδού ο Νυμφίος έρχεται
εν τω μέσω της νυκτός
και μακάριος ο δούλος,
ον ευρήσει γρηγορούντα
ανάξιος δε πάλιν,....

ον ευρήσει ραθυμούντα.
Βλέπε ουν ψυχή μου,
μη τω ύπνω κατενεχθής,
ίνα μη τω θανάτω παραδοθής,
και της Βασιλείας έξω κλεισθής
αλλά ανάνηψον κράζουσα
Άγιος, άγιος, άγιος ει ο Θεός
προστασίαις των ασωμάτων, σώσον ημάς.


Ρωμανός ο Μελωδός, 490 -- 556 ῞Υμνος συνοδείᾳ παραδοσιακῶν ὀργάνων. Διασκεύασαν με λαϊκά μουσικά όργανα ο Δημήτρης Αποστολάκης και ο Γιώργος Αρχοντάκης, μέλη του συγκροτήματος «Χαΐνηδες». Απόδοσις: ᾿Ιωάννης Δαμαρλάκης πρωτοψάλτης τῆς ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης Απο το CD «Κύματι Θαλάσσης. Από το Πάθος στην Ανάσταση» Μουσικοί : Δημήτριος ᾿Αποστολάκης, Γεώργιος Σταυράκης, ᾿Αμὶν ᾿Αλαγκαμπού, Γεώργιος ᾿Αρχοντάκης

Ανάστασις — Ρωμανός ο Μελωδός



Εικόνα: Η Ανάστασις, 12ος αι. Κόραμα- Καππαδοκία, Σκοτεινή Εκκλησιά
Εικόνα: Η Ανάστασις, 12ος αι.
Κόραμα- Καππαδοκία, Σκοτεινή Εκκλησιά
Τον σταυρό σου προσκυνώ, Χριστέ ο Θεός,
και την ταφή σου δοξάζω, αθάνατε,
και την ανάστασή σου εορτάζω
κι ανακράζω σου «Ανέστη ο Κύριος».

Την οδό σου, Σωτήρα μου, προς τον άδη
κανένας δεν την έμαθε καλύτερ’ απ’ τον Άδη
γιατί με όσα είδε, με όσα έπαθε
τη δύναμή σου μπόρεσε να καταλάβει.
O Ρωμανός ο Μελωδός (Έμεσα Συρίας αρχές 6ου αιώνα μ.Χ. – Κωνσταντινούπολη 560 μ.Χ.,) ήταν κορυφαίος βυζαντινός υμνογράφος που έζησε, δημιούργησε και αναγνωρίστηκε στην Κωνσταντινούπολη. Γύρω στα 85 κοντάκια (ύμνοι δηλαδή με θέματα από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη ή σχετικά με τη ζωή και τα θαύματα του Χριστού, της Παναγίας και των αγίων) θεωρούνται δικές του εμπνεύσεις. Μέσα σ’ αυτά περιλαμβάνεται και ο Ακάθιστος ύμνος. Οι ποιητικές συνθέσεις του διακρίνονται για τη μεγαλοπρέπεια του ύφους τους, τις εντυπωσιακές εικόνες τους, καθώς και για τον πλούτο των λέξεων και των ρητορικών σχημάτων τους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία τον έχει ανακηρύξει άγιο.

Ορθόδοξο ημερολόγιο - ο Άγιος Ιωάννης Κουκουζέλης και ο Όσιος Ρωμανός ο Μελωδός


Τοιχογραφία στην εκκλησία της Αγίας Κυριακής, που παριστάνει τον Άγιο Ιωάννη ΚουκουζέληΦωτογραφία: Έλκα Γιόντσεβα
Η πρώτη Οκτωβρίου είναι η ημέρα της εορτής του μεγάλου ψάλτη και μουσικού διδασκάλου, Αγίου Ιωάννη Κουκουζέλη, που γεννήθηκε το 1280 από Βουλγάρα μητέρα, και του Όσιου Ρωμανού του Μελωδού.

Το όνομα του Κουκουζέλη ή Αγγελόφωνου (ή Καλλικέλαδο), όπως αποκαλούσαν τον μεγάλο βυζαντινό ψάλτη και δάσκαλο- μουσουργό, έμεινε γραμμένο στη μουσική ιστορία. Ο βίος του, αντίγραφο του οποίου φυλάσσεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου στη Σόφια, γράφτηκε στα τέλη του 14ου αιώνα. Στο βίο του αναφέρεται πως έφτασε στο μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου στο Άγιο Όρος, ντυμένος με τρίχινο μανδύα και ζήτησε να γίνει βοσκός. Λόγω των ικανοτήτων του στην ψαλτική, εστάλη στη μουσική σχολή της Κωνσταντινούπολης για να σπουδάσει και να τελειοποιηθεί. Τις ικανότητές του ανακάλυψε ο αυτοκράτορας, ο οποίος πολύ τον θαύμασε. Ο Κουκουζέλης προτίμησε το μοναχικό βίο και αποσύρθηκε στο μοναστήρι της Μέγιστης Λαύρας, όπου δούλεψε και πάλι σαν βοσκός. Σύμφωνα με τη μαρτυρία ενός ασκητή, ο Κουκουζέλης έψελνε τόσο όμορφα που οι τράγοι σταματούσαν να τρώνε για να τον ακούν. Κάποια άλλη φορά, όταν έψαλλε σε ολονύκτια αγρυπνία και μόλις τελείωσε το “Άξιον εστί...”, είδε έκπληκτος μπροστά του την Παναγία, η οποία τον ευχαρίστησε και ταυτόχρονα του έβαλε στο χέρι ένα χρυσό φλουρί, επειδή έψαλλε τον ύμνο της ταπεινά και κατανυκτικά. Ο Όσιος δεν προσπαθούσε να εντυπωσιάση κάνοντας επίδειξη των φωνητικών του ικανοτήτων, αλλά έψαλλε φυσικά, ήρεμα και ένοιωθε τα ιερά κείμενα ως τα κατάβαθα της ψυχής του.

Προσευχόταν ψάλλοντας και έψαλλε προσευχόμενος και γι’ αυτό συνάρπαζε τούς ακροατάς, παράλληλα όμως προξενούσε στις ψυχές τους κατάνυξη και διάθεση για προσευχή. Ο αυτοκράτορας, αν και έμαθε που βρίσκονταν ο άγιος, σεβάστηκε την επιθυμία του να μονάσει και δεν τον υποχρέωσε να εγκαταλείψει το Άγιο Όρος. Εικόνα του που τον παρουσιάζει περικυκλωμένο με τα μουσικά του σύμβολα- τα νεύματα, φυλάσσεται στο μοναστήρι της Μέγιστης Λαύρας.

Ο Άγιος Ιωάννης Κουκουζέλης δημιούργησε μια πιο απλοποιημένη, σε σύγκριση με την κλασική Βυζαντινή, μουσική γραφή, η οποία φέρει το όνομά του. Τα μουσικά χειρόγραφα του αγίου φυλάσσονται στις Βιβλιοθήκες της Κωνσταντινούπολης, της Θεσσαλονίκης, των Αθηνών, του Άγιου Όρους, του Βατικανού, του Παρισιού, της Βιέννης και άλλων πόλεων. Πολλά από τα τροπάριά του, που φέρουν στοιχεία της βουλγάρικης μουσικής και είναι ζωντανές ακόμα και σήμερα, ηχούσαν στο ναό της αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη.

Δυο μεγάλοι & άγιοι μουσικοί


1 Οκτωβρίου, γιορτάζουν, ανάμεσα σ' άλλους αγίους, δύο από τους κορυφαίους μουσικούς της ελληνικής/ρωμέικης παράδοσης. Οι άγιοι Ρωμανός ο Μελωδός και Ιωάννης ο Κουκουζέλης.

Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός



Ο Άγιος Ρωμανός, γνωστός και ως Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός είναι από τους γνωστότερους ελληνικούς υμνογράφους , αποκαλούμενος και ως "Πίνδαρος της Ρυθμικής Ποίησης". Άκμασε κατά τη διάρκεια του έκτου αιώνα, που θεωρείται ότι είναι η "Χρυσή Εποχή" της βυζαντινής υμνογραφίας. Ο Ρωμανός ο Μελωδός θεωρείται κορυφαίος ποιητής και υμνογράφος της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Γεννήθηκε στην Έμεσα της Συρίας πιθανώς τον 6ο αιώνα και σύμφωνα με ανώνυμο ύμνο ήταν εβραϊκής καταγωγής. Στη Βηρυτό έκανε τις σπουδές του και στα χρόνια τής βασιλείας του Αναστασίου του Α' ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και υπηρέτησε στο ναό της Αγίας Σοφίας. Μετά την παταγώδη αποτυχία του σαν ψάλτης στον εσπερινό των Χριστουγέννων αποσύρθηκε στη μονή τής Θεοτόκου των Κύρου. Εκεί, σύμφωνα με το Μηνολόγιο του Βασιλείου η Θεοτόκος του έδωσε το χάρισμα της σύνθεσης ύμνων. Τότε έγραψε το κοντάκιο των Χριστουγέννων με το γνωστό προοίμιο: «Ἡ Παρθένος σήμερον / τὸν ὑπερούσιον τίκτει / καὶ ἡ γῆ τὸ σπήλαιον / τῷ ἀπροσίτω προσάγει...».

"Λέγεται ότι κατά την νύκτα της εορτής των Χριστουγέννων έτυχε να κοιμηθεί πλησίον του άμβωνα. Τότε εμφανίσθηκε σ΄ αυτόν η Θεοτόκος, και του επέδωσε ειλιγμένο χαρτί («κόντος» και «κοντάκιον»), το οποίο αφού έφαγε αμέσως αξιώθηκε του χαρίσματος, δηλαδή έγινε μουσικός και καλλίφωνος, ενώ ο ίδιος ήταν άμουσος παντελώς και αηδής κατά την φωνή. Αμέσως αφού εποίησε το «Η παρθένος σήμερον» το έψαλε από τον άμβωνα, αποσπώντας τον θαυμασμό των πιστών. Ήταν το πρώτο του Κοντάκιον και ακολούθησαν αλλά χίλια από τα οποία διακρίνονται και τα εξής, «Επεφάνη σήμερον», «Τα άνω ζητών», «Την εν πρεσβείαις ακοίμητον Θεοτόκον», «Ως απαρχάς της φύσεως» και άλλα" [από εδώ].

Σύμφωνα με το συναξαριστή ο Ρωμανός έγραψε περίπου χίλιες συνθέσεις από τις όποιες διασώθηκε μόνο το ένα δέκατο. Πολυποίκιλα τα θέματά του. Ύμνησε όλους σχεδόν τους Αγίους και τις εορτές της Χριστιανικής Εκκλησίας. Ανεξάντλητος στις συλλήψεις και στον πλούτο ιδεών, γνωρίζοντας τον τρόπο να προσδίνει πρωτοτυπία ακόμη και στα πιο κοινά θέματα. Τα πρόσωπα των Αγίων αλλά και της Παναγίας και του Χριστού παρουσιάζονται απόλυτα ζωντανά χωρίς τίποτα το νεκρικό ή απόκοσμο.
Η ποίηση του Ρωμανού του Μελωδού εκφράζει την ίδια την εποχή του, τους πόθους και τις ελπίδες εκείνων των ανθρώπων. Γι΄ αυτό και το έργο του δεν εξετάζεται μόνο από θρησκευτικής άποψης ή λογοτεχνικής αλλά και ιστορικής και λαογραφικής. Η γλώσσα του απλή, χωρίς στόμφους και όπου παρουσιάζεται ρητορική μακρολογία επειδή έτσι επιβαλλόταν από την ανάγκη των τότε λειτουργικών πλαισίων, αυτή γίνεται χωρίς να κουράζει. Γενικά οι φράσεις του περιέχουν μια πλαστικότητα, μεστή νοημάτων κατά μια άψογη τεχνική όπως παραδέχονται ειδικοί.
Ο Ρωμανός δε δίνει μέσα από το έργο του σαφείς πληροφορίες για τη ζωή του, για αυτό κατά καιρούς υποστηρίχτηκαν διάφορες απόψεις ότι ήταν πρεσβύτερος, εκκλησιέκδικος, κήρυκας. Το βεβαιότερο είναι ότι χειροτονήθηκε Διάκονος. Πέθανε γύρω στο 560 μ.Χ. Για τη μεγάλη του προσφορά στη χριστιανική υμνογραφία ονομάστηκε "Πίνδαρος τής εκκλησιαστικής ποίησης". Ή Εκκλησία γιορτάζει τη μνήμη του την 1η Οκτωβρίου.

Στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, ο άγιος Ανδρέας ο διά Χριστόν σαλός βλέπει την Παναγία να σκεπάζει το λαό μ' ένα ουράνιο σκέπασμα. Το θείο αυτό βίωμα γιορτάζεται 1 Οκτωβρίου (γιορτή της "Αγίας Σκέπης"), εκτός από την Ελλάδα, όπου μεταφέρθηκε 28 Οκτωβρίου, προς τιμήν της υποστήριξης της Παναγίας στους Έλληνες φαντάρους του 1940. Στη μέση της εικόνας ο άγ. Ρωμανός ο Μελωδός.

Ο Ρωμανός χρησιμοποίησε το ποιητικό εκείνο είδος πού λέγεται εκκλησιαστικός Ύμνος και του χάρισε την τελειότερη μορφή. Ο Ύμνος αποτελείται από το Κοντάκιον (προσόμοιον ή κουκούλιον), τους Οίκους και το Εφύμνιον και στηρίζεται πάνω στο νόμο της Ισοσυλλαβίας και ομοτονίας. Μαζί με το ποιητικό κείμενο συνέθετε ο ίδιος και τη μουσική ή έδενε το νέο ποίημα πάνω σε παλιότερη μουσική σύνθεση. Θεματικά τα έργα του αναφέρονται περισσότερο σε γεγονότα της ζωής του Χριστού και σε ιερά πρόσωπα της Γραφής, όπως και σε βίους άγιων.
Το είδος αυτό της ποίησης κυριαρχεί και σήμερα στην εκκλησιαστική ποίηση.


Άγιος Ιωάννης Κουκουζέλης

Ο Άγιος Ιωάννης ο Κουκουζέλης εικονιζόμενος σε υστεροβυζαντινό χειρόγραφο μουσικό Κώδικα (Μονή Μεγίστης Λαύρας) του 15ου αιώνα

Ο Ιωάννης Κουκουζέλης είναι άγιος και σπουδαίος υμνογράφος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο οποίος έζησε τον 13ο-14ο μ.Χ. αι. Τον αποκαλούσαν επίσης «αγγελόφωνο» και «Καλλικέλαδο». Θεωρείται ο δεύτερος μεγαλύτερος μελοποιός μετά τον Ιωάννη Δαμασκηνό, και συχνά χαρακτηρίζεται ως «Μαΐστωρ της μουσικής».
Ο Ιωάννης γεννήθηκε γύρω στο 1280 στο Δυρράχιο σε μια αγροτική οικογένεια. Καθώς είχε εξαιρετική φωνή, πήγε στην Κωνσταντινούπολη για να σπουδάσει στην αυτοκρατορική σχολή. Τα πρώτα χρόνια των σπουδών του υπήρξαν δύσκολα. Μάλιστα, όταν τον ρωτούσαν στη σχολή τι έτρωγε, απαντούσε «κουκία και ζέλια» (μπιζέλια), γιατί ήταν φτωχός. Αργότερα γνώρισε τον ηγούμενο της Μεγίστης Λαύρας, από τον οποίο έμαθε για τη μοναχική ζωή στο Άγιο Όρος και αποφάσισε να γίνει μοναχός. 
Στο μεταξύ όμως ο αυτοκράτορας, που είχε εκτιμήσει την τέχνη του, τον είχε διορίσει αρχιμουσικό των αυτοκρατορικών ψαλτών και ήθελε να τον παντρέψει με την κόρη κάποιου μεγιστάνα. Τότε ο Ιωάννης πήγε στον τόπο της γέννησής του για να πάρει τάχα τη μητρική συγκατάθεση για τον γάμο. Όμως συνεννοήθηκε με φίλους του να πουν στη μητέρα του ψέματα ότι είχε πεθάνει ["Νεκρός": Πολύ σκληρή στάση και φυσικά δε μπορούμε να τη θεωρήσουμε σωστή. Ας έχουμε υπόψιν ωστόσο ότι ο άγιος το έκανε αυτό σε νεαρή ηλικία, πολύ πριν αποχτήσει πνευματική πείρα και αγιότητα]. Μάλιστα, καθώς βρισκόταν κρυφά μέσα στο σπίτι κι άκουγε τη μητέρα του να κλαίει και να οδύρεται για τον δήθεν θάνατό του, μέλισε τη θρηνωδία (μοιρολόγι) με τίτλο «Βουλγάρα». 
Στη συνέχεια πήγε στο Άγιο Όρος, στη μονή Μεγίστης Λαύρας, ντυμένος με τρίχινα ενδύματα και αποκρύπτοντας την ταυτότητά του. Όταν τον ρώτησε ο θυρωρός ποιος ήταν, και τι θέλει, αποκρίθηκε ότι είναι χωρικός, βοσκός προβάτων και ότι επιθυμεί το μοναχικό σχήμα. Όταν ο θυρωρός παρατήρησε ότι ήταν πολύ νέος, ο Ιωάννης απάντησε ταπεινά με τη ρήση του προφήτη Ιερεμία «Αγαθόν ανδρί, όταν άρη ζυγόν εν τη νεότητι αυτού».
Στη Μονή της Λαύρας εκάρη μοναχός και τον διόρισαν ποιμένα των τράγων της μονής. Όμως όταν έβγαζε στη βοσκή τους τράγους, αυτοί γύριζαν αργά το απόγευμα πίσω στη στάνη τους σχεδόν νηστικοί, σε αντίθεση με άλλες φορές που τους έβοσκαν άλλοι πατέρες. Ο ηγούμενος ανέθεσε σε κάποιον μοναχό να παρακολουθήσει τον Ιωάννη για να δει τι συνέβαινε. Ο μοναχός διηγήθηκε ότι καθώς έβοσκαν τα ζώα, ο Κουκουζέλης άρχισε να ψάλλει και τότε εκείνα σταμάτησαν να τρώνε και τον άκουγαν με προσοχή. Όταν σταμάτησε το ψάλσιμο, τότε άρχισαν πάλι να τρώνε. Κάποια στιγμή ξανάρχισε, και τα ζώα τον κοίταζαν και πάλι σα μαγεμένα, σταματώντας να βόσκουν. 

Η Μονή Μεγίστης Λαύρας [από εδώ]

Τότε ο ηγούμενος τον προσκάλεσε και τον αναγνώρισε. Αρχικά τον επιτίμησε [=τον μάλωσε] που δεν είχε αποκαλύψει ποιος ήταν. Μάλιστα έγραψε τα τεκταινόμενα στον αυτοκράτορα, ο οποίος συμφώνησε να μην ενοχλήσει το μουσικό που είχε δραπετεύσει κυριολεκτικά από το παλάτι. Από τότε ο Ιωάννης ζούσε μέσα σε κελί της Λαύρας, και τις Κυριακές και εορτές έψαλλε στο ναό με τους άλλους ιεροψάλτες. Δεν προσπαθούσε να εντυπωσιάσει κάνοντας επίδειξη των φωνητικών του ικανοτήτων, αλλά έψαλλε προσευχόμενος, προκαλώντας στους ακροατές κατάνυξη και διάθεση για προσευχή.
Μετά από οσιακό βίο, ανακηρύχθηκε άγιος και η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την 1η Οκτωβρίου. Στο μοναστήρι της Μεγίστης Λαύρας φυλάσσεται εικόνα του που τον παρουσιάζει περικυκλωμένο με τα μουσικά του σύμβολα, τα «νεύματα».


Αξιομνημόνευτα περιστατικά

Σύμφωνα με την παράδοση, σε κάποια παννυχίδα, Σάββατο της Ε΄ εβδομάδας των Νηστειών, όταν ψάλλεται ο Ακάθιστος Ύμνος, μετά το τέλος του κανόνα ο Ιωάννης αποκοιμήθηκε στο στασίδι, κουρασμένος από την αγρυπνία. Εκεί είδε σε όραμα ότι ήρθε η Θεοτόκος και του έδωσε ένα χρυσό νόμισμα, επειδή είχε ψάλει πολύ κατανυκτικά τον ύμνο της. Αμέσως ξύπνησε, και βρήκε στο χέρι του το δώρο της Θεοτόκου. Αυτό το χρυσό νόμισμα το έκοψαν στα δύο. Το μισό βρίσκεται σήμερα δίπλα την εικόνα της Θεοτόκου στο ναό της Λαύρας και το άλλο μισό εστάλη στη Ρωσία.


Το έργο του

Ο Ιωάννης Κουκουζέλης επέφερε τροποποιήσεις και μεταβολές ή προσθαφαιρέσεις στα σημεία της συμβολικής γραφής των μελωδιών που είχε καθιερώσει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Συνέγραψε θεωρητικό έργον περί Μουσικής τέχνης, και βιβλίο με μουσικά σημεία που περιέχει εκκλησιαστικά άσματα. Δημιούργησε το λεγόμενο Μέγα Ίσον της Παπαδικής, το οποίο αργότερα κατά τον 18ο αιώνα μεταφέρθηκε σε νεώτερη μουσική παρασημαντική από τον Πέτρο τον Πελοποννήσιο και εν τέλει και στο νέο σύστημα, το οποίο ίσχυσε από τις αρχές του 19ου αιώνα, με την μεταρρύθμιση της εκκλησιαστικής μουσικής σημειογραφίας που επεξεργάστηκε ο Χρύσανθος ο Μαδυτινός. Δημιούργησε τον κυκλικό Μέγιστο Τροχό της μουσικής, ο οποίος έχει γύρω του άλλους τέσσερις μικρότερους Τροχούς. Καθένας από αυτούς παριστάνει με μαρτυρίες την πλάγια πτώση του κάθε πλαγίου ήχου προς τον κύριο ήχο του. Οι οκτώ ήχοι της εκκλησιαστικής μας μουσικής παραβάλλονται με τους οκτώ ήχους των αρχαίων. Πάνω και κάτω από τους μικρότερους τροχούς δίνονται ολογράφως τα ονόματα των κυρίων και πλαγίων ήχων: Δώριος, Λύδιος, Φρύγιος, Μιξολύδιος, Υποδώριος, Υπολύδιος, Υποφρύγιος, Υπομιξολύδιος.
Ο άγιος Ιωάννης Κουκουζέλης μουσούργησε κατά τους οκτώ ήχους Χερουβικά σύντομα και μακρά έντεχνα. Από αυτά σώζεται ένα σε ήχο πλάγιο του δευτέρου (παλατιανό), ένα Κοινωνικό «Αινείτε» σε ήχο πλάγιο του πρώτου, και ένα «Γεύσασθε» σε ήχο πλάγιο του πρώτου. Σώζονται επίσης τα μεγάλα και έντεχνα Ανοιξαντάρια, το αργό «Μακάριος ανήρ», το (εις την αρτοκλασία) «Χαίρε κεχαριτωμένη» κατ’ αναγραμματισμό σε ήχο Α΄ τετράφωνο, Αλληλουάρια σε ήχο πρώτο και πλάγιο του πρώτου, το «Άνωθεν oι Προφήται», η φήμη «Τον δεσπότην και αρχιερέα», πολυέλεοι, δοχές, καλοφωνικοί ειρμοί, πασαπνοάρια και πολλά άλλα. Κάποια από αυτά έχουν εκδοθεί, ενώ άλλα είναι ανέκδοτα. Η παρασημαντική του βρισκόταν σε χρήση μέχρι των μέσων του ΙΗ' αιώνα, οπότε ο Πρωτοψάλτης της Μεγάλης Εκκλησίας Ιωάννης ο Τραπεζούντιος (1756), μετά από αίτημα του Οικουμενικού Πατριάρχου Κυρίλλου του από Νικομηδείας, άλλαξε το σύστημα των χαρακτήρων, εισάγοντας απλούστερη μέθοδο παρασημαντικής. Τα μουσικά χειρόγραφα του αγίου Ιωάννη Κουκουζέλη φυλάσσονται στις Βιβλιοθήκες της Κωνσταντινούπολης, της Θεσσαλονίκης, των Αθηνών, του Αγίου Όρους, του Βατικανού, του Παρισιού, της Βιέννης και άλλων πόλεων.

Ρωμανός ο Μελωδός. Ο Μεγάλος Χριστιανός ποιητής.



ΑΠΟ Μ ΡΩΤΑ
Πηγές για τη ζωή και το έργο του κορυφαίου ποιητή και μελωδού Ρωμανού, αλλά και για τα σημαντικά χειρόγραφά του υπάρχουν στις Ιερές Μονές, Μεγίστης Λαύρας και Βατοπεδίου του Αγίου Όρους και στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννη στην Πάτμο.
Ο καθηγητής Βυζαντινής Φιλολογίας, ο αείμνηστος Νικόλαος Τωμαδάκης, μετά από σημαντική μελέτη έφερε στο φως τα ποιήματα, τις παραδόσεις και ιδιαίτερα τους διασημότερους και σπουδαιότερους ύμνους για πολλές και σπουδαίες εορτές, έργα του μεγάλου και σπουδαίου ποιητού των ύμνων, που αργότερα έγραψαν ότι: «ο Ρωμανός είναι ο κατ’ εξοχήν ποιητής των κοντακίων».
Η ζωή και το έργο του Ρωμανού.
Σύμφωνα με πληροφορίες από αγιορείτικους κώδικες, ο Ρωμανός ήταν Ελληνοσύρος. Γεννήθηκε στην Έμεσα της Συρίας και όταν μεγάλωσε έγινε Διάκος στην Εκκλησία της Αναστάσεως στην Βηρυττό. Επί του Μητροπολίτου Αναστασίου Α’ (491-518) ήλθε στην Κωνσταντινούπολη όπου διέμενε στη μονή της Θεοτόκου – Κύρου. Όπως αναφέρεται στις γραφές, η Παναγία έκανε το θαύμα της και ο Ρωμανός «έλαβε το χάρισμα της συνθέσεως, της μουσικής και της ποιήσεως. Ο συναξαριστής φέρει αυτόν ως τον πρώτον ποιήσαντα τον ύμνον εις την Χριστού Γέννησιν. (Η Παρθένος σήμερον…) παραδίδει ότι εποίησε χίλια κοντάκια (τα πολλά ιδιοχείρως υπ’ αυτού εκτεθέντα απόκεινται, καθ’ ον χρόνον εγράφη το συναξάριόν του, εις την ιδίαν μονήν».
Το έργο του Ρωμανού είχε εκτιμηθεί πολύ και ιδιαίτερα η μόρφωσή του, αλλά και ο «πνευματικός και ηθικός του βίος». Την εποχή των βασιλέων Ιουστίνου και αργότερα Ιουστινιανού, ο Ρωμανός προήχθει στον βαθμό του Πρεσβυτέρου στο ναό της Αγίας Σοφίας.
Θεωρείται μεγάλη και σπουδαία η έκταση του έργου του: Χίλιοι περίπου ύμνοι, είναι δικοί του, έχοντας θέματα τον βίον και τα θαύματα του Χριστού και της Θεοτόκου, των Αγίων Αποστόλων και προσώπων της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, τους μάρτυρες και αγίους της Εκκλησίας.

Το πορτραίτο της Παναγίας στον Ρωμανό τον Μελωδό


Ο Άγιος Ρωμανὸς ο Μελωδός μονάζοντας στὴν Παναγία τοῦ Κύρου, στη Βασιλεύουσα, ἔτρεφε ιδιαίτερη ἀγάπη γιὰ Εκείνη. Στον ἐξαίσιοὝμνο του στὴ Γέννησή Της,Την αποκαλεί μεταξὺ τῶν ἄλλων: «Ἄχραντη, Θεοτόκο,Μητέρα τῆς ζωῆς μας, Καλὴ Κόρη τῆς Ἄννας, Ἅγιο Ναό,Δοχεῖο τοῦ Κυρίου, Ἐλπίδα κάθε Χριστιανοῦ», ἐνῷ στὸν ἀπαράμιλλο  Ὕμνο του στὸν Εὐαγγελισμὸ της βροντοφωνάζει ὁ πιστὸς λαὸς τὸ«Χαῖρε, Νύμφη, Ἀνύμφευτε»καὶ Τὴν ἀποκαλεῖ ὁ Γαβριήλ:Ἄσπιλη, Θεοκάλεστη Κόρη,Ὁλόφωτη, Ἀψεγάδιαστη»,ὁ δὲ ἀπορημένος Ἰωσὴφ την ἀντικρίζει: «Φοβερὴ καὶ Γλυκειά, Φωτιὰ καὶ Δροσιά,Παράδεισο καὶ Καμίνι, Τόπο ταπεινὸ τοῦ Φιλανθρώπου»
 Καὶ στὸ θεσπέσιο Κοντάκιο τῆς Γεννήσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μᾶς προσκαλεῖ ὁ Μελωδὸς νὰ πάμε στὸ Σπήλαιο νὰ δοῦμε, «Κόρη ποὺ γέννησε βρέφος». Ελάτε νὰ πάρουμε του παραδείσου τὰ δώρα μέσα στὸ Σπήλαιο ἐκεῖ ἐφανερώθηκε δέντρο Ὑπερφυσικό, ποὺ προσφέρει ἄφεσι, ἐκεῖ μέσα εὑρέθηκε πηγάδι ἀχειροποίητο, ἀπ’ὅπου ὁ Δαβὶδ παλιὰ ἐπιθύμησε νὰ πιῆ. Εκεῖ μέσα βρίσκεται Κόρη ποὺ ἐγέννησε Βρέφος καὶ σταμάτησεν ἀμέσως τὴ δίψα τοῦ Ἀδὰμ καὶ τοῦ Δαβίδ, καὶ Το ρωτᾶ: «πῶς ἦρθες μέσα μου;» Ὁ Δημιουργὸς τῆς μητέρας Γιός της θέλησε κι ἔγινε ο προστάτης τῶν βρεφῶν Βρέφος στὴ φάτνη πλάγιαζε⋅ καὶ προσπαθώντας νὰ Τὸν καταλάβη Τοῦ‘λεγεν ἡ Μητέρα Του: «Πές μου, παιδί μου, πῶς μέσα μου ἦρθες; Σὲ κοιτάζω, Σπλάχνο μου, καὶ μένω κατάπληκτη γιατὶ σὲ θηλάζω καὶ γάμο δὲν ἔκανα κι ἐγὼ Σὲ βλέπω σπαργανωμένο, τὴν παρθενίαν μου ἀκόμα ἀπείραχτην θωρῶ γιατὶ Ἐσὺ τὴν ἐφύλαξες ποὺ διάλεξες κι ἔγινες Νέο Παιδί, ὁ Ἄχρονος Θεός. Καὶ «γιατί στοὺς χωματένιους ἔφθασες;» Ὑπέροχε Βασιλιά, ποιά σχέση ἔχεις Ἐσὺ μ’ ἐκείνους ποὺ ἐπτώχευσαν; Δημιουργέ του οὐρανοῦ, γιατί στοὺς χωματένιους ήρθες; Ἀγάπησες τὸ Σπήλαιο ἢ ζήλεψες τὴ Φάτνη; Νά ποὺ δὲν βρίσκεται οὔτε δωμάτιο γιὰ τὴ δούλη Σου στὸν χῶρο ποὺ ξεπεζέψαμε.»
Κι οἱ Μάγοι Τὴν ἀποκαλοῦν «Μητέρα καὶ Τροφὸ Παιδιοῦ χωρὶς πατέρα» καὶ Φωτιὰ ποὺ δροσίζει». «Θέλεις νὰ μάθης ἐδῶ πῶς εὐρεθήκαμε; Ἀπὸ τὴ χώρα τῶν Χαλδαίων, ὅπου δὲν παραδέχονται ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ὁ «Θεὸς τῶν θεῶν» ἀπὸ τὴ Βαβυλώνα ὅπου δὲν ξέρουνε ποιός ἔφτιαξε  ἐκεῖνα ποὺ λατρεύουν⋅ ἀπὸ ἐκεῖ ἦρθε καὶ μᾶς παρέλαβε τὸ Φῶς τοῦ Παιδιοῦ Σου ἀπὸ τὴν πυρολατρεία τῶν Περσῶν⋅ ἀφήσαμε τὴ φωτιὰ ποὺ ὅλα τὰ ἐξαφανίζει κι ἀντικρύζουμε Φωτιὰ ποὺ δροσίζει.»
 Καὶ μιλώντας ἡ ἴδια στὸ Πανάγιο Βρέφος γιὰ τὸν κόσμο τοῦ λέει: «Μ’ ἔκανες Στόμα καὶ Καύχημα ὅλου τοῦ Γένους μου», «Ἐμένα κοιτάζουν οἱ ἐξόριστοι τοῦ Παραδείσου,γιατὶ τοὺς ἐπαναφέρω καὶ τοὺς κάνω νὰ αἰσθανθοῦν ὅλα τὰ καλά»

.
Ἀλλὰ καὶ στὸν  Ὕμνο τῆς ἑπόμενης τῶν Χριστουγέννων ἡμέρας ὁ καλλικέλαδος Ρωμανὸς Τὴν ὀνομάζει «Ἄμπελο» καὶ «Σταφύλι» τὸ Χριστό. Μιλάει Ἐκείνη καὶ καλεῖ οὐράνια καὶ ἐπίγεια νὰ χαροῦν, «γιατὶ κρατῶ στὰ χέρια μου τὸ Δημιουργό σας».
 Καὶ ἐνῷ μιλᾶ τρυφερὰ στὸ Θεῖον Βρέφος, ἄκουσαν οἱ Πρωτόπλαστοι στὸν Ἅδη «Τὴν Χελιδόνα νὰ κελαδεῖ στὰ χαράματα» καὶ «νιώθουν τὴν Ἄνοιξη». Ἄκουσε τὴν Χελιδόνα, ποὺ μοῦ κελαηδεῖ τὰ χαράματα, τὸν ἰσοθάνατο ὕπνο, Ἀδάμ, ἄφησε καὶ σήκω⋅ ἄκουσε ἐμένα, τὴ γυναίκα σου. ἐγὼ ποὺ παλιὰ προξένησα τὴν ἠθικὴ κατάπτωσι τῶν ἀνθρώπων τώρα καὶ πάλι τοὺς σηκώνω. Προσπάθησε νὰ καταλάβης τὰ θαυμαστὰ γεγονότα. Κύτταξε πῶς αὐτὴ ἡ Κόρη, ποὺ ἄντρα δὲν ἐγνώρισε, γιατρεύει τὸ τραῦμα σουὕπνο, Ἀδάμ, ἄφησε καὶ σήκω⋅ ἄκουσε ἐμένα, τὴ γυναίκα σου. ἐγὼ ποὺ παλιὰ προξένησα τὴν ἠθικὴ κατάπτωσι τῶν ἀνθρώπων τώρα καὶ πάλι τοὺς σηκώνω. Προσπάθησε νὰ καταλάβης τὰ θαυμαστὰ γεγονότα. Κύτταξε πῶς αὐτὴ ἡ Κόρη, ποὺ ἄντρα δὲν ἐγνώρισε, γιατρεύει τὸ τραῦμα σου με το παιδι που γέννησε»
 Τοὺς λυπᾶται ἡ Ἄχραντη καὶ λέει στὸ Γιό της γι’αὐτούς.Κι ἐκεῖνος Τῆς ἀπαντάει: «γιὰ τὸ Γένος Σου στὴ Φάτνη κατοικῶ». Καὶ στὴ συνέχεια Τῆς προαναγγέλλει τὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάστασή Του. «Ἀπ’ τὴν ἀγάπη λυγίζω, ποὺ ἔχω γιὰ τὸν ἄνθρωπο», ἀπάντησε ὁ Πλάστης, «ἐγώ, 
πλάσμα μου καὶ Μητέρα μου⋅ νὰ σὲ λυπήσω δὲν θέλω⋅ μὰ θὰ σοῦ φανερώσω τὰ ὅσα θέλω νὰ κάνω καὶ ἱκανοποίησι θὰ δώσω στὴνταραγμένη 
σου ψυχή, ὢ Μαριάμ.
 Ἐμένα ποὺ κρατᾶς στὰ χέρια Σου, νὰ μοῦ τρυποῦν τὰ χέρια σύντομα θὰ δῆς, ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸ γένος σου⋅ Αὐτὸν ποὺ θηλάζεις Ἐσύ, 
ἄλλοι χολὴ θὰ Τὸν ποτίσουν⋅ τὸ Πρόσωπο ποὺ Σὺ καταφιλεῖς, θὰ τὸ γεμίσουν μὲ φτυσίματα⋅ Αὐτὸν ποὺ ἀποκάλεσες Ζωή, στὸ Σταυρὸ θὰ 
Τὸν δῆς κρεμασμένο, καὶ πεθαμένο θὰ Τὸν κλάψης μὰ καὶ ἀναστημένο θὰ Τὸν ἀσπαστῆς ἡ Κεχαριτωμένη.»
 Μὰ καὶ στὸ ἄλλο Κοντάκιο, στὴ δεύτερη ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων, ὁ κατάπληκτος ἀπὸ τὴν ὑπερφυσικὴ Γέννα Ἰωσὴφ ἀπορεῖ γιὰ τὸ πῶς «Ἡ Ἀμνάδα βαστάζει Λιοντάρι», «ἡ Χελιδόνα Ἀητό» καὶ ἡ «Δούλη Δεσπότη»   Σ’ ἀνθρώπινη μήτρα μὲ τρόπον ἀπερίγραπτο ἡ Μαρία φέρνει μὲ τὴ θέλησί Του τὸ Σωτήρα μου…
 Φέρνει εἰκόνες καὶ προτυπώσεις ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη: «ἡ κιβωτὸς συμβολίζει τὴν Παρθένο ποὺ γεννάει», «τὸ Ραβδὶ τοῦ Δαβὶδ καὶ τοῦ Ἰεσσαὶ τὴν Μαρία προδηλώνουν». Το ραβδὶ τοῦ Ἀαρὼν καὶ τοῦ Ἰεσσαὶ τὴ Μαρία συμβολίζουν, ποὺ δίχως γεωργὸ ἐκάρπισε, Παρθένος γεννάει καὶ μετὰ τὴ γέννα πάλι μένει παρθένος. Ἐνῷ ὁ Γαβριὴλ ἔκανε «τὴν Ἄγαμη, λεχώνα μὲ τὸ Πνεῦμα». Λόγον χαρᾶς εἶπεν ὁ Γαβριὴλ καὶ ἔσπειρε τὸ Λόγο στὴν Παρθένο καὶ ἔκαμε τὴν ἄγαμη Λεχώνα μὲ τὸ Πνεῦμα. 
 Στὸ δὲ  Ὕμνο στὸ Γάμο τῆς Κανᾶ ὀνομάζει ὁ θεῖος Ρωμανὸς τὴν Παναγία «καὶ Κόρη καὶ Νύμφη» καὶ «πὼς γάμος τὴν ἔφερε στὸν κόσμο». Ὁ δὲ Ἰησοῦς Τῆς φέρεται στοργικὰ καὶ πραγματοποιεῖ τὸ αἴτημά Της. Καὶ κλείνοντας παρακαλεῖ ὁ Ρωμανὸς τὸν Ἀναμάρτητο: «νὰ μᾶς γλυτώσεις ἀπὸ τὸν ὀδυρμὸ τῆς Κόλασης μὲ τὶς προσευχὲς τῆς Ἁγίας Θεοτόκου καὶ Παρθένου».
Στὸ συγκλονιστικὸ ἐξάλλου Ὕμνο του στο Πάθος τοῦ Κυρίου καὶ στὸ θρῆνο τῆς Θεοτόκου, ἡ Παναγία ἀκολουθεῖ κατάκοπη τὸ Μαρτυρικὸ Δρόμο τοῦ Γιοῦ Της καὶ Τον ρωτᾶ «ποῦ πηγαίνει»
καὶ «πῶς δὲν περίμενε ὅτι θάπλωναν χέρια ἐπάνω Του οἱ ἄνομοι». Καὶ ζητεῖ νὰ μάθει:«γιατί χάνεται τὸ Φῶς Της».
Διαπιστώνει «πὼς κανένας δὲν Τὸν συμπονεῖ». Ὁ Γιός της στὴ συνέχεια γυρίζει καὶ τῆς ὁμιλεῖ: «γιατί Σὲ πῆραν, Μητέρα, τὰ κλάματα;»«Ἐγὼ θέλω καὶ πάσχω, γιὰ νὰ σώσω τὸν κόσμο». «Μὴν κά-
νεις πικρὴ τὴν ἡμέρα τοῦ Πάθους μου».
Ἐκείνη ὅμως μ’ ἐπιχειρήματα ἀτράνταχτα προσπαθεῖ νὰ Τὸν ἀποτρέψει ἀπ’ αὐτὸ τὸ ἐγχείρημα. Μὰ στὸ τέλος Ἐκεῖνος Τὴν πείθει καὶ Τῆς ὑπόσχεται πὼς Πρώτη θὰ Τὸν δεῖ μετὰ τὴν Ἀνάσταση. Καὶ ἡ
Θεομάνα καταλήγει:«Σὺ τὰ δικά μας κρίματα ὡσὰν Ἀρνὶ ἐσήκωσες. Κι Ἐσὺ τὸ θάρρος ἔδωκες σὲ μένα νὰ φωνάζω:«Ὢ Υἱὲ καὶ Θεέ μου». Διαλέξαμε λίγα πανεύοσμα ἄνθη ἀπὸ τὸν Κῆπο Χαρίτων τοῦ ἔνθεου Ρωμανοῦ γιὰ τὴ Μοναδική μας Παναγία.


του αρχιμανδρίτου Ανανία Κουστένη-Περιοδικό Πειραική Εκκλησία,τευχος 219
www.proskynitis.blogspot.com