Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

ποιες ειναι οι3 κυριακες- μ. τεσσαρακοστη


Ποιές είναι οι τρείς Κυριακές που αποτελούν τα προπύλαια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής;

Τρείς Κυριακές αποτελούν τα προπύλαια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής:
Η Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου,
η Κυριακή του Ασώτου και
η Κυριακή της Απόκρεω.
Η τελευταία εβδομάς, που εισάγεται με την Κυριακή της Αποκρέω, είναι το προοίμιο της νηστείας της Τεσσαρακοστής, γιατί κατ΄ αυτήν απαγορεύεται, σύμφωνα με τις εκκλησιαστικές διατάξεις, η βρώσις του κρέατος. Είναι η Τυρινή εβδομάς ή εβδομάς της Τυροφάγου. Κατά την εβδομάδα αυτήν αρχίζει η ψαλμωδία των τριωδίων κανόνων.
Η τελευταία αυτή Κυριακή, η Κυριακή της Αποκρέω, είναι και παλαιοτέρα από τις προηγουμένες. Τις δύο άλλες τις προσέθεσαν αργότερα, την Κυριακή του Ασώτου κατά τον Ϛ' αιώνα και την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου ένα περίπου αιώνα υστερώτερα. Ο σκοπός της προσθήκης είναι φανερός.
Να δημιουργηθή δηλαδή μία περίοδος προπαρασκευής και προετοιμασίας για την Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ένα είδος προπυλαίου στο όλο οικοδόμημα των κινητών εορτών. Ή, όπως γράφει ο Ξανθόπουλος, «ώσπερ τις προγυμνασία και παρακίνησις τοίς αγίοις Πατράσιν επενοήθησαν, ώστε παρασκευασθήναι και ετοίμους ημάς γενέσθαι προς τους πνευματικούς αγώνας των νηστειών, την εξ έθους μυσαράν έξιν απολιπόντας». Έγιναν δέ τρείς οι προπαρασκευαστικές αυτές εβδομάδες για να απαρτισθή ο ιερός αριθμός της αγίας Τριάδος, το τρία, βάσει του οποίου οικοδομείται ολόκληρο το σύστημα της λατρείας μας. Και των τριών Κυριακών η ακολουθία πλέκεται γύρω από την ευαγγελική περικοπή, που διαβάζεται κατά την Θεία Λειτουργία. Κατά την πρώτη Κυριακή αναγινώσκεται η παραβολή του Τελώνου και Φαρισαίου (Λουκ. 18, 10-14), την δευτέρα η παραβολή του Ασώτου υιού (Λουκ. 15, 11-33) και την τρίτη το ευαγγέλιο της Μελλούσης Κρίσεως (Ματθ. 21, 31-46).
Με την πρώτη Κυριακή, την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου, ανοίγει η ιερά πύλη του Τριωδίου. Δεν μπορούσε να ευρεθή καταλληλότερο θέμα, που να συνδυάζη κατά ένα τόσο πλήρη τρόπο τους επί μέρους σκοπούς της περιόδου αυτής.
Το Τριώδιο σημειώνει μία ιερά περίοδο του έτους αφιερωμένη στον Θεό στην σύντονο λατρεία και προσευχή, στην νηστεία και στα αγαθά έργα. Η προσευχή όμως, η νηστεία και η δικαιοσύνη του επιφανειακά δικαίου, κενοδόξου όμως και υπερηφάνου Φαρισαίου, αποδοκιμάζονται από τον Θεό. Αντιθέτως δικαιώνεται ο αμαρτωλός και άδικος, αλλά μετανοημένος και συντετριμμένος Τελώνης, που κτυπά το στήθός του και ταπεινά επικαλείται το έλεος του Θεού: «Ο Θεός ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ». Αυτόν λοιπόν τον τύπο της ορθής προσευχής θέτει στο στόμα του πιστού η Εκκλησία στην έναρξι της περιόδου της προσευχής. Καλεί τους πιστούς να μή προσευχηθούν με υπερηφάνεια, «φαρισαϊκώς», αλλά με ταπείνωσι, «τελωνικώς», γιατί, κατά το λόγιο του Κυρίου, «πάς ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δέ ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται». Τα θέματα αυτά επαναλαμβάνονται σ΄ όλους τους ήχους και σε ποικίλες ποιητικές επεξεργασίες από την υμνογραφία της ημέρας. Παραθέτουμε το πρώτο τροπάριο των στιχηρών του εσπερινού του α' ήχου, που είναι και το πρώτο τροπάριο του Τριωδίου:

«Μή προσευξώμεθα φαρισαϊκώς, αδελφοί,ο γάρ υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται·ταπεινωθώμεν εναντίον του Θεού τελωνικώς,διά νηστείας κράζοντες·Ιλάσθητι ημίν, ο Θεός, τοίς αμαρτωλοίς».

Το θέμα της δευτέρας Κυριακής είναι συναφές προς το θέμα της πρώτης. Εδώ το δίδει η παραβολή του Ασώτου υιού. Προβάλλεται την Κυριακή αυτή το ενθαρρυντικό παράδειγμα του αμαρτωλού νέου, που, ενώ σπαταλά την πατρική περιουσία «ζών ασώτως», δεν απελπίζεται, δεν συντρίβεται από το βάρος των συμφορών, δεν περιέρχεται σε απόγνωσι. Αλλά επιστρέφει προς τον εὔσπλαγχνο πατέρα ταπεινωμένος, μετανοημένος, ζητώντας το έλεος και την συγγνώμη Του. Και του απευθύνει θερμή ικεσία: «Πάτερ ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου...». Το παράδειγμα της μετανοίας και της ορθής εν συντριβή καρδίας προσευχής, ενσαρκωμένο στον άσωτο της παραβολής, προβάλλει και πάλι
η Εκκλησία προς μίμησιν και καλεί τα άσωτα παιδιά του Πατέρα, όλους μας, να γυρίσωμε στην αγκαλιά του Πατέρα ζητώντας συγγνώμην για να λάβωμε άφεσι, όπως εκείνος.

«Άσωτος εί τις, ως εγώ, θαρρών ίθι,θείου γάρ οίκτου πάσιν ήνοικται θύρα».
«Όποιος είναι άσωτος, όπως εγώ,άς έλθη με θάρρος, γιατί η θύρα της θείας ευσπλαγχνίας έχει ανοίξει για όλους.»

Την θερμή εξομολόγησι του ασώτου υιού θέτει στο στόμα του πιστού ο ποιητής του Δοξαστικού των Αίνων: «Αγαθέ Πατέρα, απομακρύνθηκα από κοντά Σου·μή με εγκαταλείψης και μή με δείξης άχρηστο για την βασιλεία Σου. Ο παμπόνηρος εχθρός με ξεγύμνωσε, μού αφήρεσε τον πλούτο. Τα χαρίσματα της ψυχής μου τα διεσκόρπισα ασώτως. Γι΄ αυτό σηκώνομαι και επιστρέφω σ΄ Έσένα και Σού φωνάζω· Σύ που είσαι τόσο σπλαγχνικός, ώστε για μένα άπλωσες τα χέρια Σου στον Σταυρό για να με λυτρώσης από το φοβερό θηρίο, τον διάβολο, και για να με στολίσης με την παλαιά μου λαμπρή στολή, δέξου με αν όχι σάν παιδί σου, τουλάχιστον σάν υπηρέτη Σου».

Η προτροπή προς μετάνοιαν γίνεται πιό έντονος στην τρίτη και τελευταία προπαρασκευαστική Κυριακή, την Κυριακή της Αποκρέω. Ως μέσο προτροπής προς μετάνοιαν για την αφύπνησι και των πιό ραθύμων ψυχών χρησιμοποιείται τώρα το αίσθημα του φόβου. Φόβου πρό της δικαίας κρίσεως του Θεού κατά την «φοβεράν και αδέκαστον παρουσίαν» του Χριστού. Την τρομερά σκηνή περιγράφει το ευαγγελικό ανάγνωσμα και η όλη υμνογραφία της ημέρας. Όπως δέ ορθώς παρατηρεί ο Νικηφόρος Ξανθόπουλος στο Συναξάριο: «Ταύτην οι θειότατοι Πατέρες μετά τάς δύο παραβολάς έθεντο, ως αν μή τις την εν εκείναις του Θεού φιλανθρωπίαν μανθάνων, αμελώς διάγη λέγων· Φιλάνθρωπός εστιν ο Θεός, και όταν της αμαρτίας αναχωρήσω, ετοίμως έχω το πάν ανύσαι. Ταύτην την φοβεράν ημέραν ενταύθα κατέταξαν, ίνα διά του θανάτου και της προσδοκίας των εσομένων δεινών, φοβήσαντες τους αμελώς διακειμένους, προς αρετήν επαναγάγωσι, μή θαρρούντας εις το φιλάνθρωπον μόνον, αλλ΄ αφοράν, ότι και δίκαιός εστι κριτής και αποδίδωσιν εκάστω κατά τα έργα αυτού».
Όπως οι βυζαντινοί ζωγράφοι στον Νάρθηκα των Ναών γύρω από την βασιλική πύλη ζωγράφιζαν την σκηνή της δευτέρας παρουσίας, έτσι και οι υμνογράφοι στο πρόπυλο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής μ΄ όλα τα ζωηρά χρώματα του ποιητικού των χρωστήρος ζωγραφίζουν την φοβερά κρίσι. Η πύλη σε λίγο θα ανοίξη. Ποιός πιστός δεν θα θελήση να εισέλθη «εις την χαράν του Κυρίου του;»

Από το βιβλίο
ΛΟΓΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ
Ιωάννου Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ
(Αποστολικής Διακονοίας)
από :
http://www.imkby.gr/greek/sarakosti/kiriakes/sarakosti.htm

Τί είναι το Τριώδιο; Που οφείλεται η ονομασία του;

Το Σάββατο στον εσπερινό του Τελώνου και Φαρισαίου ο Δεξιός Ιεροψάλτης κατέρχεται από το αναλόγιό του και λαμβάνει το Τριώδιο (λειτουργικό βιβλίο πού περιέχει υμνολογικό υλικό κυρίως του Εσπερινού και του Όρθρου και χρησιμοποιείται μαζί με το Μηναίο και την Παρακλητική στις Ιερές Ακολουθίες της περιόδου από Κυριακής του Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι το Μεγάλο Σάββατο) που βρίσκεται κάτω από την εικόνα του Χριστού στο τέμπλο, κάνει τρεις συμβολικές μετάνοιες και πηγαίνει ξανά στο αναλόγιο του.
Το Τριώδιο αποτελεί το κινητό εκείνο τμήμα του εκκλησιαστικού έτους που προπαρασκευάζει για τον άξιο εορτασμό των Παθών και της Αναστάσεως με ανάλογα βιώματα, πνευματική καλλιέργεια και συμμετοχή, με αγώνα μετανοίας, προσευχής και νηστείας.

Περιλαμβάνει δέκα Κυριακές.

Από την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι τον Εσπερινό του Μ. Σαββάτου.

Διαιρείται σε δύο τμήματα.
α) Το προ της Νηστείας
(Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου, Ασώτου, Απόκρεω, Τυροφάγου)
και
β) της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και της Μ. Εβδομάδας
δηλαδή έξι εβδομάδες και η Μ. Εβδομάδα (Α’ Κυριακή των Νηστειών – της Ορθοδοξίας, Β’ Κυρ. Νηστειών- Αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Γ’ Κυρ. Νηστειών- Σταυροπροσκυνήσεως, Δ’ Κυρ. Νηστειών – Αγ. Ιωάννου της Κλίμακος, Ε’ Κυρ. Νηστειών- Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, Στ’ Κυρ. Νηστειών- Βαΐων και η Μεγάλη Εβδομάδα).
Το Τριώδιο διαμορφώθηκε σε τελική μορφή γύρω στον 15ο αιώνα. Ονομάστηκε Τριώδιο γιατί οι Κανόνες κατά τις καθημερινές ακολουθίες του Όρθρου περιλαμβάνουν τρεις ωδές την η’, θ’ και μια από τις πρώτες ωδές.

Συγκεκριμένα κατά την περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής, οι ωδές στιχολογούνται ως εξής:
Δευτέρα : ωδές α΄,η΄,θ΄
Τρίτη : ωδές β΄,η΄,θ΄
Τετάρτη : ωδές γ΄, η΄, θ΄
Πέμπτη : ωδές δ΄, η΄, θ΄
Παρασκευή : ωδές ε΄, η΄, θ΄
το β’, γ’ και δ΄ Σάββατο : ωδές ς΄, ζ΄, η΄, θ΄

πηγές neotita.gr, Τριώδιον Κατανυκτικόν, Μεγάλη Τεσσαρακοστή


Συμπληρωματικά για την ονομασία του Τριωδίου:
(Απο το βιβλίο ΛΟΓΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ Ιωάννου Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ)

«Ο δημιουργός των άνω και των κάτω,
τρισάγιον μέν ύμνον εκ των αγγέλων,
τριώδιον δέ παρ΄ ανθρώπων δέχου».

Με τους στίχους αυτούς προοιμιάζονται τα συναξάρια της περιόδου του Τριωδίου. Ο ουράνιος και ο επίγειος κόσμος, οι άγγελοι και οι άνθρωποι, συνάπτονται σε κοινή συμφωνία. Οι άγγελοι ψάλλουν στον δημιουργό των, τον «δημιουργό των άνω», τον τρισάγιο ύμνο. Μαζί με αυτούς ενώνονται και οι φωνές των ανθρώπων, που έρχονται και αυτοί να ψάλουν στον δημιουργό των, τον «δημιουργό των κάτω», τριωδίους ύμνους. Από αυτούς τους τριωδίους ύμνους, τα «τριώδια», έλαβε το όνομά της η μεγάλη περίοδος του λειτουργικού έτους, που κινείται μαζί με το Πάσχα και το περιβάλλει σάν προεόρτιος και μεθέορτος περίοδος. Γιατί όλο αυτό το τμήμα του εκκλησιαστικού έτους παλαιότερον εχαρακτηρίζετο μ΄ αυτό το όνομα: «Τριώδιον». Ανάλογα δέ με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του το διέκριναν σε «Τριώδιον κατανυκτικόν», απ΄ αρχής μέχρι του Πάσχα, και «Τριώδιον χαρμόσυνον», από του Πάσχα μέχρι της Κυριακής των αγίων Πάντων, που κατακλείει τον κύκλο των κινητών εορτών. Τριώδιο δέ λέγεται από την αρχαιοπρεπή συνήθεια, που διετηρείτο κατά την περίοδο αυτή, να μή ψάλλωνται καθημερινώς κατά την ακολουθία του όρθρου και οι εννέα ωδές του Ψαλτηρίου, και επομένως και ολόκληροι εννεαώδιοι Κανόνες, αλλά μόνο τρείς ωδές, η η' και η θ' και μία από τις προηγούμενες κατά την σειρά των ημερών. Αυτός ο αρχαίος τρόπος της ψαλμωδίας διετηρήθη εν μέρει μόνον μέχρι σήμερα, και μάλιστα μόνον για τις καθημερινές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Για τις άλλες ημέρες επεκράτησε το νεώτερο έθος, να στιχολογούνται και οι εννέα ωδές ακριβέστερα οι οκτώ, γιατί η δευτέρα παραλείπεται) και να ψάλλωνται εννεαώδιοι (ακριβέστερα οκταώδιοι) Κανόνες. Έτσι το όνομα «Τριώδιον» τελικά διετηρήθη μόνο για το αρχαίο «κατανυκτικόν Τριώδιον», για την πρό του Πάσχα δηλαδή περίοδο. Και πάλι και εδώ όχι κυριολεκτικώς. Όπως δέ χαρακτηριστικά γράφει ο Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος στον πρόλογο των συναξαρίων του Τριωδίου: «Καταχρηστικώς Τριώδιον ονομάζεται· ου γάρ αεί τριώδια έχει. Και γάρ ολοτελείς κανόνας προβάλλεται, αλλ΄ οίμαι από του πλεονάζοντος την επωνυμίαν λαβείν».
Αυτά για την ονομασία του Τριωδίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου