Σάββατο 8 Ιουνίου 2013

Ο Ληστής - Η Μαρία του Κλωπά - Ο εκατόνταρχος Λογγίνος (& η ιστορικότητα των αγίων Παθών)

Ο Ληστής - Η Μαρία του Κλωπά - Ο εκατόνταρχος Λογγίνος (& η ιστορικότητα των αγίων Παθών)


Από τους δύο ληστές, ο ένας σώθηκε - μην απελπίζεστε.
Από τους δύο ληστές, ο ένας χάθηκε - μην επαναπαύεστε.
 
Τι εντυπωσίασε το ληστή;
Γράφει: π. Αθανάσιος Γιουσμάς (εδώ & εδώ)*
 
Τούτες τις μέρες της Μεγάλης βδομάδας ο νους μου επίμονα σκάλωσε στην περίπτωση του ληστή, πάνω στο σταυρό. Οι Ευαγγελιστές δεν μας έχουν διασώσει το όνομά ή την καταγωγή του. Αγνοούμε τα πάντα γι’ αυτόν! Οι Πατέρες και οι υμνογράφοι της Εκκλησίας μας τον εγκωμιάζουν ανώνυμα και τον προβάλλουν ως παράδειγμα! Οι αγιογράφοι τον παριστάνουν εντός του Παραδείσου κουβαλώντας στην πλάτη το σταυρό του και γύρω από το φωτοστέφανο σημειώνουν: «Ο Άγιος Ληστής»! Ήταν «κακούργος» (Λουκ. 23, 39) κι έγινε Άγιος, πρώτος πολίτης του Παραδείσου!
 
Ο ληστής ήταν μέλος συμμορίας που δρούσε στην ύπαιθρο. Λήστευε τους περαστικούς. Δεν ήταν ένας επαναστάτης που αγωνιζόταν ενάντια στη ρωμαϊκή κυριαρχία - τέτοιος ήταν ο Βαραββάς. Ήταν κακοποιός! Στο ενεργητικό του είχε φόνους και ληστείες. Ο ίδιος ομολόγησε πως είχε διαπράξει σωρό άτοπα και απρεπή. Την ύστατη στιγμή ξεφύτρωσε μέσα του ο φόβος του Θεού. Πίστεψε στη μέλλουσα ζωή! Πιθανότατα να είχε ιουδαϊκή καταγωγή, γιατί αναγνώρισε τη μεσσιανική ιδιότητα του Ιησού και γνώριζε την προφητεία του Ησαΐα, πως ο Μεσσίας θα ανάσταινε τους άξιους Ισραηλίτες, για να λάβουν μέρος μαζί με τους Πατριάρχες στη μεσσιανική πανήγυρη (Ησ. 26, 19 και Δαν. 12, 2), γι’ αυτό ζήτησε από τον εσταυρωμένο Χριστό να τον συγχωρήσει. Κι Εκείνος απλόχερα χάρισε στον αφυδατωμένο από την αιμορραγία και πνιγμένο στην αμαρτία ληστή τη συμπάθεια και την αιωνιότητα!
 
Τι στάθηκε, αλήθεια, ικανό να μεταστρέψει την πονηρή διάθεση του ληστή, αφού δεν ήταν παρών σε νεκραναστάσεις και σε θαύματα του Ιησού; Αυτή την ώρα εμπρός του είχε έναν Ιησού εγκαταλελειμμένο, εξευτελισμένο, σταυρωμένο, πικραμένο. Έναν Ιησού φαινομενικά αδύναμο. Τι τον εντυπωσίασε;
 
Κάτω από τους τρεις σταυρούς έβλεπε ένα πλήθος να βρίζει και να περιγελά το σταυρωμένο Δάσκαλο της Γαλιλαίας κι ενώ περίμενε να δει σ’ Αυτόν έστω έναν ελάχιστο θυμό, Τον άκουσε να λέει: «Πατέρα, συγχώρησέ τους, διότι δεν ξέρουν τι κάνουν» (Λουκ. 23, 34)! Στο άκουσμα αυτό, ο ληστής αναλογίστηκε: Ο Ιησούς έχει αγάπη, συγχωρεί και τους σταυρωτές Του, άρα θα συγχωρήσει και θ’ αποδεχθεί κι εμένα, όποιος κι αν είμαι, ό,τι κι αν έχω διαπράξει. Και δε διαψεύστηκε.
 
Ο ληστής εξομολογήθηκε σωστά πάνω στο σταυρό. Μετάνιωσε. Κατηγόρησε τον εαυτό του. Ομολόγησε τις αμαρτίες του. Δεν προέβαλε δικαιολογίες. Πεθύμησε την αιωνιότητα. Κι ο Θεός της αγάπης και της συγγνώμης, ο Ιησούς, ξεψυχώντας ως άνθρωπος, ως Θεός πήρε για συνοδό Του στη Βασιλεία Του ένα διάσημο κακούργο! Ο ληστής «αυθημερόν» στον Παράδεισο!
Η αθωότητα και η ανεξικακία του Θεού μας, συγκλόνισε και ράγισε την πέτρινη καρδιά του ληστή! Εμείς, αλήθεια, ως πότε θα παραμένουμε ασυγκίνητοι κι αμετανόητοι μπροστά στο πέλαγος της αγάπης Του;
 
* Ο π. Αθανάσιος Γιουσμάς είναι καθηγητής θεολόγος και εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Θεράποντα Μυτιλήνης.

Αγία Μαρία του Κλωπά η Μυροφόρος, η αδελφή της Θεοτόκου (από εδώ)
 
Η Μαρία του Κλωπά (Ιω. 19, 25) θεωρείται ετεροθαλής αδελφή της Παναγίας. Ο Κλωπάς ήταν αδελφός του αγίου Ιωακείμ, που πέθανε άτεκνος. Έτσι ο Ιωακείμ πήρε τη σύζυγό του, Άννα, για να «αναστήσει σπέρμα στον αδελφό του» κατά το εβραϊκό έθιμο, και γέννησαν τη Μαρία, «θυγατέρα Κλωπά κατά χάριν» (Hippolytus Thebanus, lib. reg. 1296). Μετά το θάνατο της Άννας του Κλωπά, ο Ιωακείμ παντρεύτηκε την αγία Άννα. Συμφωνεί και ο Χρυσόστομος. Ο Συμεών ο Μάγιστρος γράφει: «αδελφή της Μητρός του Κυρίου, θυγάτηρ Ιωσήφ». Μάλλον ήθελε να γράψει Ιωακείμ κι έγραψε κατά λάθος Ιωσήφ.

Εικ. Αγίες Μαρία Μαγδαληνή & Μαρία του Κλωπά (την πήρα από εδώ, αλλά δε συμφωνώ με την αναφορά που της κάνει το άρθρο - υπάρχει πάντως ως άποψη)
 

Ο άγιος Λογγίνος είναι ο Εκατόνταρχος που σταύρωσε το Χριστό και, βλέποντας το σκότος και το σεισμό, πίστεψε σ' Αυτόν, έγινε χριστιανός και, μετά από πολλές περιπέτειες, μαρτύρησε.
Η ορθόδοξη παράδοση δεν έδωσε μεγάλη βάση στην εκδοχή ότι ο άγιος Λογγίνος ήταν ο Ρωμαίος στρατιώτης που λόγχισε τον Κύριο στην πλευρά. Η παράδοση αυτή όμως υπάρχει και θεωρείται ότι σώζεται η λόγχη του. Για το θέμα της λόγχης αξίζει να διαβάσετε, αν θέλετε, αυτό το αφιέρωμα.

Άλλα άρθρα για την ιστορικότητα των Αγίων Παθών:

Ο ΠΑΝΙΕΡΟΣ ΤΑΦΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ

Η πρώτη οικοδομική φάση επί Κωνσταντίνου του Μεγάλου

Η αυθεντικότητα της θέσης του Μαρτυρίου

Η τοπογραφία του Λατομείου - κήπου του Γολγοθά κατά την σταύρωση και την ταφή του Χριστού

Ο Γολγοθάς ως λόφος

Τα ειδωλολατρικά κτίσματα επί εποχής του Αδριανού

Η πρώτη οικοδομική φάση του ναού της αναστάσεως (326-336 μ.Χ.)

Η επιστήμη μπροστά στη σταύρωση και την ανάσταση του Χριστού

Η σωζόμενη πινακίδια Ι.Ν.Β.Ι. (TITULUS CRUCIS)

Τα χειρόγραφα του Κουμράν ως ιστορική επιβεβαίωση

Ο Καϊάφας ως υποκριτής (ειδωλολάτρης)

Επιγραφή περί Πόντιου Πιλάτου

Μια αρχαιολογική ένδειξη σταυρώσεως

Η κατηγορία για την 3ήμερη ανέγερση του ναού

Περί δίκης του Χριστού

Συνωμοσία Καϊάφα, Ηρώδη, Πιλάτου και το τέλος τους

Το νόημα του σταυρού και της Ανάστασης του Χριστού

Η κάθοδος του Χριστού στον Άδη κατά την Αγία Γραφή

Η κάθοδος του Χριστού στον Άδη κατά την Αγία Γραφή
Ο Χριστός και οι νεκροί


Ο Χριστός στον κόσμο των νεκρών, ανάμεσα στις ψυχές (από εδώ).

Όταν ο Χριστός πέθανε πάνω στο σταυρό, η ανθρώπινη ψυχή Του μεταφέρθηκε στον τόπο των νεκρών (στα ελληνικά «Άδης»), όπου μίλησε στους νεκρούς, όπως είχε κάνει και στους ζωντανούς (δες γι’ αυτό την ορθόδοξη εικόνα «Εις Άδου κάθοδος», αλλά και τη μαρτυρία του μεγάλου και αγίου αποστόλου Πέτρου, μαθητή του Χριστού, στην πρώτη επιστολή του, που βρίσκεται μέσα στην Καινή Διαθήκη, κεφ. 3, στίχοι 19-20). Τότε πήρε τις ψυχές των νεκρών από τον Άδη και τις έφερε στον τόπο όπου πηγαίνουν οι ψυχές τώρα, τόπο που τον ονομάζουμε «ουρανό». Εκεί οι ψυχές των προ Χριστού νεκρών και οι ψυχές των ανθρώπων που έζησαν μετά το Χριστό, μαζί, περιμένουν την ανάσταση, για να ζήσουν στη βασιλεία του Θεού παίρνοντας πάλι τα σώματά τους, αλλά ως αθάνατα και φωτεινά πλέον σώματα.
Οι άνθρωποι που έζησαν σ’ αυτό τον κόσμο έχοντας προχωρήσει προς το Χριστό με καθαρή καρδιά, στον ουρανό, τον τόπο των ψυχών, προγεύονται την απερίγραπτη ευτυχία που προκαλεί η σχέση με το Χριστό, η θέα του ουράνιου κάλλους Του και του άκτιστου Φωτός Του. Η ευτυχία αυτή είναι ανάλογη με την καλοσύνη τους και θα ολοκληρωθεί μετά την ανάσταση όλων των ανθρώπων. Την ονομάζουμε «παράδεισο».
Αντίθετα, εκείνοι που έζησαν σ’ αυτό τον κόσμο περιορίζοντας την αγάπη τους στον εγωιστικό εαυτό τους, στον ουρανό προγεύονται την οδύνη που προκαλεί η σχέση με το Χριστό (τον οποίο δεν αγαπούν), η θέα του ουράνιου κάλλους Του και του άκτιστου Φωτός Του. Η οδύνη αυτή είναι ανάλογη με την παραμόρφωση που έχει προκαλέσει ο εγωισμός τους και θα ολοκληρωθεί μετά την ανάσταση όλων των ανθρώπων. Την ονομάζουμε «κόλαση».
Μια αναφορά στην ανάσταση και την τελική κατάσταση, στην οποία θα ζουν όλοι οι άνθρωποι, όλων των λαών και των εποχών, αλλά και όλων των θρησκειών, βρίσκουμε στα λόγια του ίδιου του Χριστού, στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, κεφ. 25, 31-46. Την περιγραφή αυτή πρέπει να την κατανοήσουμε μέσα στα πλαίσια της αγάπης του Θεού προς όλους τους ανθρώπους και προς όλα τα πλάσματα. Ο Θεός δεν «στέλνει στην κόλαση» τους αμετανόητους αμαρτωλούς, αλλά η ίδια η κατάσταση της ψυχής τους είναι η κόλαση. Η κατάσταση, που δεν τους επιτρέπει να γευτούν την απερίγραπτη ευτυχία του παραδείσου.
 
Το κήρυγμα του Κυρίου στους νεκρούς

 
  
Οι άγιοι πάντες (=όλοι οι άγιοι). Στην κάτω μεριά της εικόνας παριστάνεται ο "κόλπος του Αβραάμ" (δεξιά), ο Ιακώβ που παρουσιάζει τα παιδιά του στον Κύριο (ίσως συμβολική αναφορά στο Ησαΐα 8, 18) και στη μέση ο Ληστής που σώθηκε κατά τη σταύρωση (από εδώ).
 
Στην Α΄ επιστολή του αγίου αποστόλου Πέτρου, 3, 19-20, αναφέρεται ότι ο Κύριος, κατά το διάστημα του τριήμερου θανάτου Του, «τοις εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξεν, απειθήσασί ποτε, ότε απεξεδέχετο η του Θεού μακροθυμία εν ημέραις Νώε κατασκευαζομένης κιβωτού…» (πήγε και κήρυξε στα πνεύματα στη φυλακή, που είχαν απειθήσει κάποτε, όταν περίμενε η μακροθυμία του Θεού, τις ημέρες του Νώε… κ.τ.λ.).
Οι ΜτΙ ερμηνεύουν αυτό το εδάφιο ως αναφερόμενο στους «υιούς του Θεού», που πόθησαν τις θυγατέρες των ανθρώπων και ενώθηκαν με αυτές (Γένεσις, 6, 1-4), οι οποίοι, κατ’ αυτούς, ήταν άγγελοι που «υλοποιήθηκαν», ζευγάρωσαν με γυναίκες ανθρώπους και γέννησαν τους γίγαντες του Γέν. 6, 4.
Όμως αυτή η ερμηνεία πάσχει σε δύο σημεία:
α) Τι νόημα είχε να πάει ο Κύριος και να κηρύξει σε έκπτωτους αγγέλους; Μήπως επρόκειτο να μετανοήσουν και να σωθούν; Πουθενά δεν φαίνεται κάτι τέτοιο – αντίθετα οι έκπτωτοι άγγελοι θεωρούνται αμετανόητοι. Αντίθετα, το να κηρύξει στους νεκρούς ανθρώπους, που βρίσκονταν «στον Άδη», είχε τεράστιο νόημα: έτσι τους δίνει την ευκαιρία να σωθούν, δηλαδή να κριθούν μαζί με τους μετά Χριστόν ανθρώπους και να ενωθούν με αυτούς στη βασιλεία του Θεού. Αυτή είναι η ευκαιρία των αρχαίων νεκρών, όχι κάποια «προσωρινή» ανάσταση, ανάμεσα στο θάνατο και στην Τελική Κρίση, για «να μάθουν τις εντολές του Θεού» και να «δοκιμαστεί» η πίστη και η ηθική τους, όπως νομίζουν οι ΜτΙ. Σε όλες τις αναφορές της Αγίας Γραφής στην ανάσταση και στην Τελική Κρίση (Ματθ. 25, 31-46, Ιω. 5, 28, Δανιήλ 7, 9-10, Β΄ Θεσσαλ., 1, 6-11, Β΄ Πέτρου, κεφ. 3, κ.λ.π.) δεν φαίνεται να μεσολαβεί κάποιο διάστημα ανάμεσά τους. Άλλωστε «απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις» (επιφυλάσσεται στους ανθρώπους να πεθάνουν μία φορά και, μετά από αυτό, κρίση, Εβρ. 9, 27). Ένας θάνατος υπάρχει, άρα και μία ανάσταση, και οι αναφορές του κεφ. 20 της Αποκάλυψης σε «πρώτη ανάσταση» και «δεύτερο θάνατο» πρέπει να κατανοηθούν πνευματικά, αλλιώς αντιφάσκουν με τα προηγούμενα.
β) Λίγο πιο κάτω, Α΄ Πέτρου 4, 6, αναφέρεται ότι ο Κύριος «και νεκροίς ευηγγελίσθη» (έδωσε το μήνυμα του ευαγγελίου και στους νεκρούς)! Εδώ οι ΜτΙ γράφουν ότι αναφέρεται σε «πνευματικά νεκρούς», δηλ. σε ανθρώπους απομακρυσμένους από το Θεό. Όμως τότε ποιοι είναι οι «ζώντες», αφού πρό Χριστού όλοι οι άνθρωποι ήταν πνευματικά νεκροί. Άλλωστε, αν εδώ διαβάζουν για «πνευματικό θάνατο», γιατί δεν δέχονται και ότι η «πρώτη ανάσταση» της Αποκάλυψης είναι «πνευματική ανάσταση», δηλαδή η ένταξη του ανθρώπου στο «σώμα Χριστού», την Εκκλησία;
Ας αναφέρουμε και ότι η κάθοδος του Χριστού στον Άδη προαναγγέλλεται στην Παλαιά Διαθήκη, όπου ο προφήτης και βασιλιάς Δαβίδ, στον Ψαλμό 23 (στην προτεσταντική Βίβλο –και των ΜτΙ– που ακολουθεί την εβραϊκή αρίθμηση, έχει τον αριθμό 24), στίχ. 7-10, γράφει:
«άρατε πύλας, οι άρχοντες υμών, και επάρθητε, πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης. τίς εστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης; Κύριος κραταιός και δυνατός, Κύριος δυνατός εν πολέμω. άρατε πύλας, οι άρχοντες υμών, και επάρθητε, πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης. τίς εστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης; Κύριος των δυνάμεων, αυτός εστιν ο βασιλεύς της δόξης».
Στα νέα ελληνικά:
«Ας ανοίξουν τις πύλες οι άρχοντές σας, σηκωθείτε, αιώνιες πύλες, για να μπει ο βασιλιάς της δόξας. Ποιος είναι αυτός ο βασιλιάς της δόξας; Κύριος ισχυρός και δυνατός, Κύριος δυνατός στον πόλεμο. Ας ανοίξουν τις πύλες οι άρχοντές σας, σηκωθείτε, αιώνιες πύλες, για να μπει ο βασιλιάς της δόξας. Ποιος είναι αυτός ο βασιλιάς της δόξας; Ο Κύριος των δυνάμεων, αυτός είναι ο βασιλιάς της δόξας».
Οι «αιώνιες πύλες», αφού είναι αιώνιες, δε μπορεί να είναι πύλες κάποιας γήινης πόλης. Πρόκειται για τις «πύλες του Άδη», που αναφέρει αρκετές φορές η Παλαιά Διαθήκη (Ησαΐας 38, 10. Σοφία Σολομώντος 16, 13. Γ΄ Μακκαβαίων 5, 51), αλλά και ο Χριστός στο Ματθ. 16, 18. Ως γνωστόν, ο Χριστός αναφέρεται στην Αγία Γραφή ως βασιλιάς (π.χ. Ματθ. 25, 31-34, όπου αναφέρεται ότι στη Δευτέρα Παρουσία θα καθίσει «επί θρόνου δόξης αυτού», ενώ ο απόστολος Παύλος τον χαρακτηρίζει «Κύριο της δόξης», αναφέροντας μάλιστα ότι είχε ήδη αυτή την ιδιότητα από πριν σταυρωθεί: «γιατί αν γνώριζαν, δε θα σταύρωναν τον Κύριο της δόξας» (Α΄ Κορινθίους 2, 8).
Ο «βασιλεύς της δόξης» λοιπόν, που εισέρχεται στις αιώνιες πύλες, είναι ο Χριστός και εισέρχεται στον Άδη ως κατακτητής και ελευθερωτής. Ας σημειωθεί ότι ο Ψαλμός αυτός είναι ψαλμός «της Μίας των Σαββάτων», δηλ. της πρώτης ημέρας της εβδομάδας, ημέρας κατά την οποία αναστήθηκε ο Κύριος (Ματθ. 28, 1) και που οι χριστιανοί από τα πρώτα κιόλας χρόνια ονομάζουμε Κυριακή (Αποκάλυψη 1, 10). 
 
Συμπλήρωμα: Στο βιβλίο του Ιώβ [εδώ], κεφ. 38, ο Θεός απαντάει στον Ιώβ εξηγώντας του το μεγαλείο Του και τη φροντίδα Του για τον κόσμο: "Πού ήσουν όταν θεμελίωσα τη γη; Ποιος έθεσε τα μέτρα της;" κ.τ.λ. Στο στίχο 17 λέει: "ανοίγονταί δε σοι φόβω πύλαι θανάτου, πυλωροί δε άδου ιδόντες σε έπτηξαν;" ("σε σένα ανοίγονται από φόβο οι πύλες του θανάτου και εσένα βλέποντας μαζεύτηκαν οι θυρωροί του Άδη;").
Ερώτημα: πότε ανοίχτηκαν από οι πύλες του θανάτου στο Θεό και μαζεύτηκαν οι θυρωροί του Άδη; Η μόνη δυνατή απάντηση είναι ότι έχουμε εδώ μια προφητική αναφορά στην κάθοδο του Κυρίου στον Άδη, μετά τη σταύρωση. Ο στίχος παραπέμπει σαφώς στην εικόνα κάποιου που περνάει τις πύλες του Άδη - άρα ως άνθρωπος - και όχι ενός βασιλιά που έχει εξουσία πάνω στο θάνατο και διατάζει π.χ. την ανάσταση ενός νεκρού, γιατί τότε οι πυλωροί (θυρωροί) του Άδη δε θα τον "έβλεπαν", αλλά μόνο θα τον άκουγαν. Τον είδαν μόνο όταν πήγε αυτοπροσώπως, πράγμα που συνέβη κατά την εις Άδου κάθοδο. Γι' αυτό και ο συγκεκριμένος στίχος ενσωματώθηκε στην υμνογραφία της Εκκλησίας αναφερόμενος στο Χριστό.
Ο στίχος αυτός φανερώνει δύο πράγματα: α) ότι ο Άδης είναι τόπος (έστω, όχι με τους γήινους όρους) και β) ότι ο Θεός που μίλησε στον Ιώβ - και επιτρέποντας τα βάσανά του, τον έκανε διδάσκαλο αγγέλων και ανθρώπων - είναι ο Υιός του Θεού, ο αργότερα ενσαρκωθείς ως Ιησούς Χριστός.
Μια σημείωση: στο τέλος της ιστορίας του, ο Ιώβ λαμβάνει από το Θεό διπλάσια περιουσία απ' αυτήν που είχε χάσει και δέκα νέα παιδιά, αντί για τα αρχικά δέκα, που είχαν σκοτωθεί. Γιατί όμως δεν αποκτά και διπλάσια παιδιά; Γιατί, απαντούν οι άγιοι Πατέρες, τα παιδιά του δεν πέθαναν στην πραγματικότητα, αλλά μετατέθηκαν από τη γη στον κόσμο των νεκρών και θα αναστηθούν κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Έτσι, η συγκεκριμένη αναφορά της Αγ. Γραφής είναι ένας υπαινιγμός για την Ανάσταση, και γι' αυτό διαβάζεται κατά τη Μ. Εβδομάδα (π.χ. το πρωί της Μ. Παρασκευής).

Σάββατο 4 Μαΐου 2013

ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΘΑΝΑΤΟΙ - ΠΟΠΟΒΙΤΣ


"Καταδικασμένοι" να είναι αθάνατοι
(+) Αρχιμανδρίτης Ιουστίνος Πόποβιτς
pasxa7Οι άνθρωποι καταδίκασαν τον Θεό σε θάνατο. Ο Θεός όμως, διά μέσου της Ανάστασής Του, «καταδικάζει» τους ανθρώπους σε αθανασία. Για τα κτυπήματα, τους ανταποδίδει τις  σφικτές αγκαλιές. Για τις ύβρεις, τις ευλογίες. Για το θάνατο, την αθανασία. Ποτέ δεν έδειξαν οι άνθρωποι τόσο μίσος προς τον Θεό, όσο, όταν Τον σταύρωσαν. Και ποτέ δεν έδειξε ο Θεός τόση αγάπη προς τους ανθρώπους, όση όταν αναστήθηκε. Οι άνθρωποι ήθελαν να καταστήσουν τον Θεό θνητό, αλλ' ο Θεός διά (μέσου) της Ανάστασής Του κατάστησε τους ανθρώπους αθάνατους. «Ανέστη» ο σταυρωμένος Θεός και θανάτωσε τον θάνατο. Ο θάνατος δεν υπάρχει πλέον. Η αθανασία κατάκλυσε τον άνθρωπο και όλους τους κόσμους του.
Δια (μέσου) της Ανάστασης  του Θεανθρώπου, η ανθρώπινη φύση οδηγήθηκε τελεσίδικα  στην οδό της αθανασίας, και έγινε φοβερή και γι’ αυτό  τον θάνατο. Γιατί πριν από την Ανάσταση του Χριστού, ο θάνατος ήταν φοβερός για τον άνθρωπο. Και από την εποχή της Ανάστασης του Κυρίου, γίνεται ο άνθρωπος φοβερός για το θάνατο. Εάν ζει  δια (μέσου)  της πίστης στον Αναστημένο Θεάνθρωπο ο άνθρωπος, ζει πάνω από το θάνατο. Καθίσταται απρόσβλητος και από το θάνατο. Ο θάνατος μετατρέπεται σε «Υποπόδιον των ποδών αυτού»: «Πού σου, θάνατε, το κέντρον; Πού σου άδη, το νίκος;» (πρβλ. Α΄ Κορ. 15, 55-56). Έτσι, όταν ο «εν Χριστώ άνθρωπος» πεθαίνει, αφήνει απλά το ένδυμα του σώματός του για να το ντυθεί πάλι κατά την ημέρα της Δεύτερης Παρουσίας.
Μέχρι την Ανάσταση του Θεανθρώπου Χριστού, ο θάνατος ήταν η δεύτερη φύση του ανθρώπου. Η πρώτη ήταν η  ζωή, και ο θάνατος η δεύτερη. Ο άνθρωπος είχε συνηθίσει το θάνατο σαν κάτι το φυσικό. Αλλά με την Ανάστασή Του ο Κύριος άλλαξε τα πάντα: η  αθανασία έγινε η δεύτερη φύση του ανθρώπου, έγινε κάτι το φυσικό στον άνθρωπο, και το αφύσικο καταστάθηκε ο θάνατος. Όπως μέχρι την Ανάσταση του Χριστού, ήταν φυσικό στους ανθρώπους το να είναι θνητοί, έτσι μετά την Ανάσταση έγινε φυσική γι’ αυτούς η αθανασία.
Δια (μέσου) της αμαρτίας ο άνθρωπος καταστάθηκε θνητός και πεπερασμένος. Δια (μέσου) της Ανάστασης του Θεανθρώπου γίνεται αθάνατος και αιώνιος. Σ’ αυτό δε ακριβώς έγκειται η δύναμη και το κράτος και η παντοδυναμία της Ανάστασης του Χριστού. Και για τούτο χωρίς της Ανάστασης του Χριστού, δεν θα υπήρχε  καν ο Χριστιανισμός. Μεταξύ των θαυμάτων, η Ανάσταση του Κυρίου είναι το μεγαλύτερο θαύμα. Όλα τ’ άλλα θαύματα πηγάζουν απ’ αυτό και συνοψίζονται σ’ αυτό. Απ’ αυτό εκπηγάζουν και η πίστη και η αγάπη και η ελπίδα και η προσευχή και η θεοσέβεια. Οι δραπέτες μαθητές, αυτοί οι οποίοι έφυγαν (πολύ) μακριά από τον Ιησού, όταν πέθαινε,  επιστρέφουν προς Αυτόν, όταν αναστήθηκε. Και ο Ρωμαίος εκατόνταρχος όταν είδε τον Χριστό να ανασταίνεται από τον τάφο, τον ομολόγησε σαν Υιό του Θεού. Κατά τον ίδιο τρόπο και όλοι οι πρώτοι Χριστιανοί έγιναν Χριστιανοί, διότι αναστήθηκε ο Χριστός, διότι νίκησε το θάνατο. Αυτό είναι εκείνο το οποίο ουδεμιά άλλη θρησκεία έχει. Είναι εκείνο το οποίο κατά τρόπο μοναδικό και αναμφισβήτητο, δείχνει και αποδεικνύει, ότι ο Ιησούς είναι ο μόνος αληθινός Θεός και Κύριος σ’ όλους τους ορατούς και αόρατους κόσμους. 
Χάρη στην Ανάσταση του Χριστού, χάρη στη νίκη πάνω στο θάνατο, οι άνθρωποι γινόντουσαν και γίνονται και θα γίνονται πάντοτε Χριστιανοί. Όλη η ιστορία του Χριστιανισμού δεν είναι τίποτα άλλο, παρά  ιστορία ενός και μοναδικού θαύματος, της Ανάστασης του Χριστού. (Αυτό) το οποίο συνεχίζεται διαρκώς σε όλες τις καρδιές των Χριστιανών, από μέρα σε μέρα, από έτος σε έτος, από αιώνα σε αιώνα, μέχρι τη Δεύτερη Παρουσία.
Ο άνθρωπος γεννιέται στ’ αλήθεια όχι όταν (τον) φέρνει στο κόσμο η μητέρα του, αλλά όταν πιστεύει στον Αναστημένο  Σωτήρα Χριστό, γιατί τότε γεννιέται στην αθάνατη και αιώνια  ζωή, ενώ η μητέρα γεννά το παιδί της προς (τον) θάνατο, για τον τάφο. Η Ανάσταση του Χριστού είναι η μητέρα όλων μας, όλων των Χριστιανών, η μητέρα των αθάνατων. Δια (μέσου) της πίστης στην Ανάσταση του Κυρίου, γεννιέται πάλι ο άνθρωπος, γεννιέται για την αιωνιότητα. 
-Τούτο είναι αδύνατο! Παρατηρεί ο σκεπτικιστής (άνθρωπος). Και ο Αναστημένος  Θεάνθρωπος απαντά: «Πάντα δυνατά  τω πιστεύοντι» (πρβλ. Μάρκ. 9, 23). Και αυτός που πιστεύει, είναι εκείνος ο οποίος μ’ όλη τη καρδιά, μ’ όλη τη ψυχή, μ’ όλο του το  είναι, ζει κατά το Ευαγγέλιο του Αναστημένου Κυρίου Ιησού.
Η πίστη μας είναι η νίκη δια (μέσου) της οποίας νικάμε το θάνατο, η πίστη δηλαδή στον Αναστημένο Κύριο. «Που σου, θάνατε, το κέντρον;» «Τό δε κέντρον του θανάτου η αμαρτία» (Α’ Κορ. 15, 55-56). Δια (μέσου) της Ανάστασής Του ο Κύριος «άμβλυνε του θανάτου το κέντρον». Ο θάνατος είναι ο όφις, η δε αμαρτία είναι το κεντρί του.  Δια (μέσου) της αμαρτίας ο θάνατος εκχύνει το δηλητήριο στη ψυχή και το σώμα του ανθρώπου. Όσο περισσότερες  αμαρτίες έχει ο άνθρωπος, τόσο περισσότερα είναι τα κέντρα διά των οποίων χύνει  ο θάνατος το δηλητήριό του (μέσα) σ’ αυτόν. 
Όταν η σφήκα κεντρίσει τον άνθρωπο, βάζει αυτός κάθε δυνατή προσπάθεια για να βγάλει το κεντρί από το σώμα του. Όταν δε τον κεντρίσει η αμαρτία   –  το κέντρο αυτό του θανάτου  –  τι πρέπει να κάμει; - Πρέπει με τη πίστη και (τη) προσευχή να επικαλεσθεί τον Αναστημένο Σωτήρα Χριστό, για να βγάλει Αυτός το κεντρί του θανάτου από τη ψυχή του. Και Αυτός σαν πολυεύσπλαχνος θα το κάμει, γιατί είναι Θεός του Ελέους και της Αγάπης. Όταν πολλές σφήκες  πέσουν πάνω στο σώμα του ανθρώπου και τον τραυματίσουν πολύ με τα κέντρα τους, τότε ο άνθρωπος  δηλητηριάζεται και πεθαίνει. Το ίδιο γίνεται και με τη ψυχή του ανθρώπου, όταν τη τραυματίσουν τα πολλά κέντρα των πολλών αμαρτιών. Πεθαίνει αυτός θάνατο, πού δεν έχει ανάσταση.
Νικώντας δια (μέσου) του Χριστού την αμαρτία μέσα του ο άνθρωπος, νικάει το θάνατο. Εάν περάσει μια μέρα και εσύ δεν έχεις νικήσει ούτε μια αμαρτία σου,  γνώρισε ότι έγινες περισσότερο θνητός. Εάν όμως νικήσεις μια ή δυο ή τρεις αμαρτίες σου, έγινες πιο νέος, με τη νεότητα η οποία δεν γερνάει, την αθάνατη και αιώνια! Ας μη το λησμονάμε ποτέ:   το να πιστεύει κανένας στον Αναστημένο Χριστό, αυτό σημαίνει να αγωνίζεται διαρκώς τον αγώνα ενάντια στην αμαρτία, στο κακό και στο θάνατο.
Το ότι ο άνθρωπος πιστεύει «αληθώς» στον Αναστημένο Κύριο, το αποδεικνύει με το να αγωνίζεται  ενάντια στην αμαρτία και στα πάθη και εάν αγωνίζεται, πρέπει να γνωρίζει ότι αγωνίζεται για την αθανασία και την αιώνια ζωή. Εάν όμως δεν αγωνίζεται, τότε είναι μάταιη η πίστη του! Γιατί, εάν η πίστη του ανθρώπου δεν είναι αγώνας για την αθανασία και την αιωνιότητα, τότε τι είναι; Εάν με τη πίστη στο Χριστό δεν φτάνει κανένας στην αθανασία και τη νίκη πάνω στο θάνατο, τότε σε τι (χρησιμεύει) η πίστη μας; Εάν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, αυτό σημαίνει ότι η αμαρτία και ο θάνατος δεν έχουν νικηθεί. Εάν δε, δεν έχουν αυτά τα δυο νικηθεί, τότε γιατί να πιστεύει στο Χριστό; Εκείνος όμως ο οποίος δια (μέσου) της πίστης στον Αναστημένο Χριστό αγωνίζεται ενάντια σε κάθε αμαρτία του, αυτός ενισχύει βαθμιαία στον εαυτό του την αίσθηση, ότι ο Κύριος όντως αναστήθηκε, όντως άμβλυνε το κέντρο του θανάτου, όντως  νίκησε το θάνατο σ’ όλα τα μέτωπα της μάχης.
 Η αμαρτία βαθμιαία μικραίνει τη ψυχή του ανθρώπου, τη πλησιάζει προς το θάνατο, τη μεταβάλλει από αθάνατη σε θνητή, από άφθαρτη και απέραντη σε φθαρτή, σε πεπερασμένη. Όσο περισσότερες αμαρτίες έχει ο άνθρωπος, τόσο περισσότερο είναι θνητός. Και εάν ο άνθρωπος δεν αισθάνεται τον εαυτό του αθάνατο, είναι φανερό ότι βρίσκεται όλος βυθισμένος στις αμαρτίες, σε σκέψεις μυωπικές, σε  αισθήματα νεκρωμένα. Ο Χριστιανισμός είναι μια κλήση στον μέχρι «εσχάτης αναπνοής»  αγώνα ενάντια στο θάνατο,  μέχρι δηλαδή τη τελική νίκη πάνω σ’ αυτόν.  Κάθε αμαρτία αποτελεί μια υποχώρηση, κάθε πάθος μια προδοσία, κάθε κακία μια ήττα.
Δεν πρέπει να διερωτιέται κανένας γιατί και οι Χριστιανοί πεθαίνουν το σωματικό θάνατο. Αυτό γίνεται, γιατί ο θάνατος του σώματος είναι μια σπορά. Σπέρνεται σώμα θνητό, λέγει ο Απόστολος Παύλος (πρβλ. Α’ Κορ. 15, 42 εξ.), και βλασταίνει, αυξαίνει και γίνεται αθάνατο. Όπως ο σπόρος που σπέρνεται, έτσι και το σώμα διαλύεται, για να το ζωοποιήσει και (το) τελειοποιήσει το Άγιο Πνεύμα. Εάν ο Κύριος Ιησούς δεν είχε αναστήσει το σώμα, τι όφελος θα είχε αυτό απ’ Αυτόν;  Αυτός δεν θα είχε σώσει ολόκληρο τον άνθρωπο. Εάν δεν ανέστησε το σώμα, τότε γιατί σαρκώθηκε,  γιατί ανάλαβε το σώμα, αφού δεν του έδωσε τίποτα από τη θεότητά Του; [1].
Εάν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, γιατί τότε να πιστεύει κανένας σ’ Αυτόν; Ομολογώ ειλικρινά, ότι εγώ ποτέ δε θα πίστευα στο Χριστό, εάν δεν είχε αναστηθεί και δεν είχε νικήσει το θάνατο, το μεγαλύτερο εχθρό μας. Αλλ’ ο Χριστός αναστήθηκε και δώρισε σε μας την αθανασία. Χωρίς αυτή την αλήθεια, ο κόσμος μας  είναι μια χαώδης έκθεση απεχθών ανοησιών. Μόνο με τη ένδοξη Ανάστασή Του ο θαυμαστός Κύριος και Θεός μας,  μας ελευθέρωσε από το παράλογο και την απελπισία. Γιατί χωρίς την Ανάσταση δεν υπάρχει ούτε στον ουρανό, ούτε κάτω από τον ουρανό, τίποτα πιο παράλογο από τον κόσμο αυτό. Ούτε μεγαλύτερη απελπισία από τη ζωή αυτή, δίχως αθανασία. Γι’ αυτό σ’ όλους τους κόσμους, δεν υπάρχει περισσότερο δυστυχισμένη ύπαρξη από τον άνθρωπο που δεν πιστεύει στην Ανάσταση του Χριστού και την ανάσταση των νεκρών (πρβλ. Α’ Κορ. 15, 19). «Καλόν ήν αυτώ ει ουκ εγεννήθη ο άνθρωπος εκείνος» (Ματθ. 26, 24).
Στον ανθρώπινο κόσμο μας, ο θάνατος είναι το μεγαλύτερο βάσανο και η πιο φρικιαστική απανθρωπιά. Η απελευθέρωση απ’ αυτό το βάσανο και απ’ αυτή την απανθρωπιά είναι ακριβώς η σωτηρία. Τέτοια  σωτηρία δώρισε στο ανθρώπινο γένος μόνο ο Νικητής του θανάτου – ο Αναστημένος Θεάνθρωπος. Δια (μέσου) της Ανάστασής Του  Αυτός μας αποκάλυψε όλο το μυστήριο της σωτηρίας μας. Σωτηρία σημαίνει το να εξασφαλισθεί για το σώμα και τη ψυχή αθανασία και αιώνια  ζωή. Πώς (λοιπόν) κατορθώνεται αυτό; Μόνο δια (μέσου) της  θεανθρώπινης ζωής, της νέας ζωής, αυτής μέσα στον Αναστημένο και για τον Αναστημένο Χριστό!
Για μας τους Χριστιανούς, η ζωή αυτή πάνω στη γη είναι σχολείο, στο οποίο μαθαίνουμε πως να εξασφαλίσουμε την αθανασία και την αιώνια ζωή. Γιατί τι όφελος έχουμε απ’ αυτή τη ζωή, εάν μ’ αυτή δεν μπορούμε  να αποκτήσουμε την αιώνια; Αλλά, για να αναστηθεί μαζί με το Χριστό ο άνθρωπος, πρέπει πρώτα να πεθάνει μαζί Του και να ζήσει τη ζωή του Χριστού, σαν δική του. Εάν το κάνει αυτό, τότε την μέρα της Ανάστασης θα μπορέσει μαζί με τον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο να πει:  «Χθες συνεσταυρούμην Χριστώ, σήμερον συνδοξάζομαι, χθες συνενεκρούμην, ζωοποιούμαι σήμερον, χθες συνεθαπτόμην, σήμερον συνεγείρομαι» [2].
Σε τέσσερες μόνο λέξεις συγκεφαλαιώνονται και τα τέσσερα Ευαγγέλια του Χριστού: Χριστός Ανέστη! – Αληθώς Ανέστη!... Σε κάθε (μια) απ’ αυτές βρίσκεται από ένα Ευαγγέλιο, και στα τέσσερα Ευαγγέλια βρίσκεται όλο το νόημα όλων των κόσμων του Θεού, των ορατών και αόρατων.  Και όταν τα αισθήματα του ανθρώπου και όλες οι σκέψεις του συγκεντρωθούν στη  βροντή του πασχαλινού αυτού χαιρετισμού: «Χριστός Ανέστη!», τότε η χαρά της αθανασίας σείει όλα τα όντα και αυτά μέσα σε αγαλλίαση απαντούν, επιβεβαιώνεται το πασχαλινό θαύμα: Αληθώς Ανέστη!»
Ναι, αληθώς Ανέστη ο Κύριος! και μάρτυρας αυτού είσαι εσύ, μάρτυρας εγώ, μάρτυρας κάθε Χριστιανός, αρχίζοντας από τους Αγίους Απόστολους μέχρι και τη Δεύτερη Παρουσία. Γιατί μόνο η δύναμη του Αναστημένου Θεανθρώπου Χριστού μπόρεσε να δώσει, - και συνεχώς δίνει και συνεχώς θα δίνει - τη δύναμη σε κάθε Χριστιανό – από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο – να νικήσει ολόκληρο το θνητό (μέρος) και αυτό τούτο το θάνατο. Ολόκληρο το αμαρτωλό (μέρος) και αυτή τούτη την αμαρτία. Ολόκληρο το δαιμονικό (μέρος) και αυτόν τούτον τον διάβολο. Γιατί μόνο με την Ανάστασή Του ο Κύριος, κατά τον πιο πειστικό τρόπο, έδειξε και απέδειξε ότι η ζωή Του είναι αιώνια Ζωή, η αλήθεια Του, είναι αιώνια αλήθεια, η αγάπη Του είναι αιώνια αγάπη, η αγαθότητά Του είναι αιώνια αγαθότητα, η χαρά Του αιώνια χαρά. Και επίσης έδειξε και απέδειξε ότι όλα αυτά τα δίνει Αυτός, κατά την απαράμιλλη φιλανθρωπία Του, σε κάθε Χριστιανό, σ’ όλες τις εποχές. 
Κοντά σ’ αυτά, δεν υπάρχει ούτε ένα γεγονός, όχι μόνο στο Ευαγγέλιο, αλλά ούτε σ’ ολόκληρη την ιστορία του ανθρώπινου γένους, το οποίο να είναι μαρτυρημένο κατά τρόπο τόσο δυνατό, τόσο απρόσβλητο, τόσο αναντίρρητο, όσο η Ανάσταση του Χριστού. Αναμφίβολα ο Χριστιανισμός σ’ όλη του την ιστορική πραγματικότητα, την ιστορική του δύναμη και παντοδυναμία, θεμελιώνεται πάνω στο γεγονός της Ανάστασης του Χριστού, δηλαδή πάνω στην αιώνια ζώσα Υπόσταση του Θεανθρώπου Χριστού. Και για τούτο μαρτυράει όλη η μακραίωνη και πάντοτε θαυματουργική ιστορία του Χριστιανισμού.  
Γιατί αν υπάρχει ένα γεγονός στο οποίο θα μπορούσε να συνοψισθούν όλα τα  γεγονότα, από τη ζωή του Κυρίου και των Αποστόλων και γενικά ολόκληρου του Χριστιανισμού, το γεγονός αυτό θα ήταν η Ανάσταση του Χριστού. Επίσης, αν υπάρχει μια αλήθεια στην οποία θα μπορούσε να συνοψισθούν όλες οι Ευαγγελικές αλήθειες, η αλήθεια αυτή θα ήταν η Ανάσταση του Χριστού. Και ακόμα, εάν υπάρχει μια πραγματικότητα στην οποία θα μπορούσε να συνοψισθούν όλες οι Καινοδιαθηκικές πραγματικότητες, η πραγματικότητα αυτή θα ήταν η Ανάσταση του Χριστού. Και τέλος, αν υπάρχει ένα Ευαγγελικό θαύμα στο οποίο θα μπορούσε να συνοψισθούν όλα τα Καινοδιαθηκικά θαύματα, τότε το θαύμα αυτό θα ήταν η Ανάσταση του Χριστού. Γιατί μόνο μέσα στο φως της Ανάστασης του Χριστού, αναδείχνεται θαυμάσια  (και) με σαφήνεια και το πρόσωπο του Θεανθρώπου Ιησού και το έργο Του. Μόνο μέσα στην Ανάσταση του Χριστού παίρνουν τη πλήρη εξήγησή τους όλα τα θαύματα του Χριστού, όλες οι αλήθειες Του, όλα  τα λόγια Του, όλα τα γεγονότα της Καινής Διαθήκης.
Μέχρι την Ανάστασή Του ο Κύριος δίδασκε για την αιώνια ζωή, αλλά μετά την Ανάστασή Του έδειξε ότι ο Ίδιος όντως είναι η αιώνια ζωή. Μέχρι την Ανάστασή Του δίδασκε  για την ανάσταση των νεκρών, αλλά με την Ανάστασή Του έδειξε ότι ο Ίδιος είναι πράγματι η Ανάσταση των νεκρών. Μέχρι την Ανάστασή Του δίδασκε ότι η πίστη σ’ Αυτόν μεταφέρει (τον άνθρωπο) από το θάνατο στη ζωή, αλλά με την Ανάστασή Του έδειξε ότι ο Ίδιος νίκησε το θάνατο και εξασφάλισε μ’ αυτό το τρόπο στους θανατωμένους ανθρώπους τη μετάβαση από το θάνατο στην Ανάσταση. Ναι, ναι, ναι: ο  Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός με την Ανάστασή Του έδειξε και απέδειξε, ότι είναι ο μόνος αληθινός Θεός, ο μόνος αληθινός Θεάνθρωπος σ’ όλους  τους ανθρώπινους κόσμους.
Και κάτι ακόμα: χωρίς την Ανάσταση του Θεανθρώπου δεν μπορεί να εξηγηθεί ούτε η αποστολικότητα των Αποστόλων, ούτε το μαρτύριο των Μαρτύρων ούτε η ομολογία των Ομολογητών, ούτε η αγιότητα των Αγίων, ούτε η ασκητικότητα των Ασκητών, ούτε η θαυματουργικότητα των Θαυματουργών, ούτε η πίστη των πιστευόντων, ούτε η αγάπη των αγαπώντων, ούτε η ελπίδα των ελπιζόντων, ούτε η νηστεία των νηστευόντων, ούτε η προσευχή των προσευχομένων, ούτε η πραότητα των πράων, ούτε η μετάνοια των  μετανοούντων, ούτε η ευσπλαχνία των εύσπλαχνων, ούτε οποιαδήποτε χριστιανική αρετή ή άσκηση. Εάν ο Κύριος δεν είχε αναστηθεί και σαν Αναστημένος δεν είχε γεμίσει τους μαθητές Του με τη ζωοποιό δύναμη και τη θαυματουργική σοφία,  ποιος θα μπορούσε αυτούς τους φοβισμένους και δραπέτες να τους συγκεντρώσει και να τους δώσει  το θάρρος και τη δύναμη και τη σοφία για να μπορέσουν τόσο άφοβα και με τόση δύναμη και σοφία να κηρύττουν και να ομολογούν τον Αναστημένο Κύριο και να πηγαίνουν με τόση χαρά στο θάνατο γι’ Αυτόν; Και αν ο Αναστημένος Σωτήρας δεν τους είχε γεμίσει με τη θεία δύναμή Του και σοφία, πως θα μπορούσαν ν’ ανάψουν μέσα στο κόσμο την άσβεστη πυρκαγιά της Καινοδιαθηκικής πίστης, αυτοί οι απλοϊκοί και αγράμματοι, αμαθείς και φτωχοί άνθρωποι; Εάν η Χριστιανική πίστη δεν ήταν πίστη του Αναστημένου και κατά συνέπεια του αιώνια ζώντα και ζωποιούντα Κυρίου, ποιος θα μπορούσε να εμπνεύσει τους Μάρτυρες στον άθλο του μαρτυρίου, και τους Ομολογητές στον άθλο της ομολογίας, και τους Ασκητές στον άθλο της άσκησης και τους Ανάργυρους στον άθλο της αναργυρίας, και τους Νηστευτές στον άθλο της νηστείας και εγκράτειας, και οποιοδήποτε Χριστιανό σε οποιονδήποτε Ευαγγελικό άθλο;
Όλα αυτά είναι λοιπόν αληθινά και πραγματικά και για μένα και για σένα και για κάθε ανθρώπινη ύπαρξη. Γιατί ο θαυμαστός και γλυκύτατος Κύριος Ιησούς, ο Αναστημένος Θεάνθρωπος, είναι η μόνη Ύπαρξη κάτω από τον ουρανό, με την οποία μπορεί ο άνθρωπος εδώ στη γη να νικήσει και το θάνατο και την αμαρτία και τον διάβολο, και να κατασταθεί μακάριος και αθάνατος, συμμέτοχος στην Αιώνια  Βασιλεία της Αγάπης του Χριστού... Γι’ αυτό, για την ανθρώπινη ύπαρξη ο Αναστημένος Κύριος είναι τα πάντα, μέσα στα πάντα, για όλους τους κόσμους: Ό,τι το Ωραίο, το Καλό, το Αληθινό, το Προσφιλές, το Χαρμόσυνο, το Θείο, το Σοφό, το Αιώνιο. Αυτός είναι όλη η Αγάπη μας, όλη η Αλήθεια μας, όλη η Χαρά μας, όλο το Αγαθό μας, όλη η Ζωή μας, η Αιώνια Ζωή σε όλες τις θείες αιωνιότητες και απεραντοσύνες.
- Γι’ αυτό και «πάλι και πολλάκις», και αναρίθμητες φορές: Χριστός Ανέστη!  

Υποσημειώσεις
[1]. Πρβλ. Ιωάννη Χρυσοστόμου, εις Α΄  Κορ. Ομ. 39, 2. PG 61, 334: «Ει δ' ουκ εγείρονται (τα σώματα), δια τι ηγέρθη ο Χριστός; δια τι ήλθε; δια τι σάρκα ανέλαβεν,  ει μη έμελλεν αναστήσειν σάρκα; Ου γαρ εδείτο αυτός, αλλά δι’ ημάς».
[2]. Λόγος εις το Πάσχα, PG 35, 397. Πρβλ. και Κανών του Πάσχα, ωδή γ΄.

Σερβία 1936. Πρωτότυπο στην Ελληνική: ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ, ΣΤ΄ ΕΚΔΟΣΙΣ, εκδοτικός οίκος «ΑΣΤΗΡ», ΑΘΗΝΑΙ 1993, σελ. 40-49.

Ακολουθίες Πεντηκοσταρίου

Ακολουθίες Πεντηκοσταρίου 
anastasis11Πεντηκοστάριο λέγεται το λειτουργικό βιβλίο το oποίο περιέχει υμνολογικό υλικό, κυρίως του Εσπερινού και Όρθρου και χρησιμοποιείται μαζί με το Μηναίο στις Ιερές Ακολουθίες της περιόδου από Κυριακής του Πάσχα μέχρι Κυριακής των Αγίων Πάντων. Έκτος όμως από το βιβλίο αυτό, Πεντηκοστάριο ονομάζεται και η αναστάσιμη περίοδος, η οποία περιλαμβάνει τις επτά εβδομάδες από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι την Κυριακή της Πεντηκοστής, καθώς και την εβδομάδα πού ακολουθεί (ως εβδομάδα του Αγίου Πνεύματος, που αποτελεί συνέχεια της εορτής της Πεντηκοστής), μέχρι την Κυριακή των Αγίων Πάντων.
Το Πάσχα και η Πεντηκοστή των Εβραίων ήταν τύπος του ιδικού μας χριστιανικού Πάσχα και της χριστιανικής Πεντηκοστής.
Το εβραϊκό Πάσχα (=διάβαση, πέρασμα) ήταν ήμερα εξόδου τους από την Αίγυπτο και αποτινάξεως του ζυγού της δουλείας.
ΠΑΣΧΑ των Χριστιανών είναι η ήμερα εξόδου μας από τη χώρα του θανάτου και από την τυραννία του Διαβόλου και αποτινάξεως του ζυγού της αμαρτίας.
Η Εβραϊκή Πεντηκοστή είναι η ήμερα παραδόσεως στο Μωϋσή των πλακών του μωσαϊκού νόμου στο Σινά (50 ήμερες μετά την Έξοδο).
ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ των Χριστιανών είναι η ήμερα καθόδου του Αγίου Πνεύματος και επιφοιτήσεως των Αποστόλων (50 ήμερες μετά το Πάσχα).
Η ΑΝΑΛΗΨΗ του ΚΥΡΙΟΥ εορτάζεται 40 ημέρες μετά το Πάσχα και μέχρι την ήμερα αυτή λέγεται μεταξύ των Χριστιανών ο χαιρετισμός ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ - ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ, αντί καλημέρα - καλησπέρα.
Γιατί αποκυλίστηκε ο λίθος από του Μνημείου;
Ο Άγγελος αποκύλισε το λίθο για τις Μυροφόρες και τους Μαθητές του Κυρίου, οι οποίοι μετά από λίγο μπήκαν μέσα για να βεβαιωθούν για την Ανάσταση Του και ΟΧΙ για τον Χριστό, ο όποιος εξήλθε εσφραγισμένου του τάφου πριν γίνει ο σεισμός. Και εξήλθε με διπλό θαύμα: Και αναστημένος και χωρίς να μετακινήσει τίποτε. Εάν δεν αποκυλιόταν ο λίθος, οι φύλακες του τάφου θα εξακολουθούσαν για πολύ να φρουρούν τον Μεγάλο Νεκρό, χωρίς να γνωρίζουν ότι αναστήθηκε, αλλά και οι Μαθητές του Κυρίου θα αμφέβαλαν για την Ανάσταση Του και δε θα μπορούσαν να ομιλούν, ούτε για κενό τάφο, ούτε για «ὀθόνια κείμενα μόνα» (Λουκ. κδ', 12) και «τό σουδάριον... οὐ μετὰ τῶν ὀθονίων » (Ιω. κ', 7).
Εικονογραφία της Αναστάσεως
Επειδή κανείς δεν είδε τον Κύριο την ώρα της Αναστάσεως Του -γι' αυτό τα Ευαγγέλια δεν περιγράφουν το γεγονός- οι Ορθόδοξοι αγιογράφοι αποφεύγουν να εικονίζουν την Ανάσταση παραμένει μυστήριο, όπως η σύλληψη της Παρθένου. Παρουσιάζουν την κάθοδο του Σωτήρος στον Άδη, την απελευθέρωση του Αδάμ και της Εύας καθώς και των λοιπών δικαίων.
Η συνήθεια των λατίνων να παρουσιάζουν τον Χριστό να βγαίνει από το μνήμα κρατώντας μάλιστα και ένα είδος σημαίας δεν έχει θέση σ' εμάς, διότι δεν είναι σύμφωνη με το ευαγγελικό γράμμα και πνεύμα.
ΑναστασιςΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΣΧΑ
Το Μεγάλο Σάββατο είναι η τελευταία ημέρα του Τριωδίου και η ημέρα του Αγίου Πάσχα, η «κλητή αυτή και αγία ήμερα, η μία των Σαββάτων, η βασιλίς και κυρία», είναι «εορτών εορτή και πανήγυρις πανηγύρεων». Αποτελεί την αρχή του Πεντηκοσταρίου. Της εορτής αυτής προεόρτια είναι κυρίως η Μεγ. Εβδομάδα και ιδιαίτερα η Μεγ. Παρασκευή και το Μεγ. Σάββατο. Μεθέορτα είναι ολόκληρη η περίοδος μέχρι της Αναλήψεως (39 ήμερες!) και ιδιαίτερα η Διακαινήσιμη Εβδομάδα.
Η Ακολουθία της Κυριακής του Πάσχα, (Όρθρος και Θ. Λειτουργία), τελείται τα μεσάνυκτα, μετά το ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ, όταν επανέλθουν στο Ναό Κλήρος και Λαός. Ο Κανών της ημέρας είναι ποίημα του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, ο όποιος «...ελάμπρυνε την Λαμπράν, ο λαμπρός μελωδός, με τας λαμπράς ρήσεις του λαμπρότατου πανηγυριστού Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ίνα εκ λαμπρού πανηγυριστού, υπό λαμπρού μελωδού, διά λαμπρού ήχου (του α'), με λαμπράς ρήσεις, λαμπρώς, το λαμπρόν της Λαμπράς ημέρας συγκροτείται μέλος...» (Αγ. Νικόδημος).
Είναι η ωραιότερη Ακολουθία του χρόνου και την απολαμβάνουν όσοι συνηθίζουν να παραμένουν στους Ι. Ναούς μετά το «ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ». Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας αναγινώσκεται και ο θαυμάσιος Κατηχητικός Λόγος του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, που είναι προετοιμασία για τη Θ. Κοινωνία. Γι' αυτό πολλοί Ιερείς τον αναγινώσκουν ακριβώς προ της Θείας Μεταλήψεως των πιστών, πριν από το «Μετά φόβου...» (Η «Τράπεζα», για την οποία ομιλεί ο Άγιος Ιωάννης στο λόγο του αυτόν, δεν είναι του σπιτιού μας, με τα πολλά καλούδια, αλλά η Αγία Τράπεζα, το Ιερό Θυσιαστήριο. Ο «Μόσχος», είναι ο Κύριος μας, που θυσιάστηκε για μας. Οι «μη νηστεύσαντες» είναι όσοι δεν μπόρεσαν να νηστεύσουν, π.χ. οι ασθενείς και όχι όσοι δεν θέλησαν να νηστεύσουν).
Από σήμερα σταματάμε να λέμε στις προσευχές μας το «Άγιος ο Θεός...» στην αρχή των Ακολουθιών (και των προσευχών μας) και το «Δι' ευχών...» και τα αντικαθιστούμε με το «Χριστός Ανέστη...» μέχρι την Απόδοση της εορτής του Πάσχα (επί 39 ημέρες). Δεν λέμε επίσης το «Βασιλεύ Ουράνιε...» (μέχρι της Πεντηκοστής) και το «Δεύτε προσκυνήσωμεν...» (μέχρι και την απόδοση του Πάσχα). Τέλος, στη Διακαινήσιμη μόνον εβδομάδα αντί Μεσονυκτικού (δηλ. πρωινής προσευχής), Ενάτης και Αποδείπνου, λέμε την πασχάλιο ημερονύκτιο Ακολουθία.
ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ
Το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα τελείται ο Εσπερινός της Αγάπης (παλαιότερα ανταλλάσσανε μεταξύ τους οι χριστιανοί ασπασμό αγάπης). Στην Ακολουθία αυτή, που λέγεται και «δευτέρα Ανάστασις», αναγινώσκεται το Ευαγγέλιο σε διάφορες γλώσσες (σύμφωνα με παλιό έθιμο). Έτσι υπερτονίζεται ο κοσμοϊστορικός και παγκόσμιος χαρακτήρας του γεγονότος της Αναστάσεως του Κυρίου μας.
ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΣ ΕΒΔΟΜΑΣ
Είναι η εβδομάδα που αρχίζει από την Κυριακή του Πάσχα και τελειώνει το Σάββατο προ της Κυριακής του Θωμά. Θεωρείται ολόκληρη η εβδομάδα σαν μία ημέρα. Λέγεται έτσι διότι οι Κατηχούμενοι που βαπτίζονταν (παλαιά) το Μεγ. Σάββατο, ήταν την εβδομάδα αυτή ανακαινισμένοι, δηλ. αναγεννημένοι και ανανεωμένοι. Επειδή δε οι βαπτιζόμενοι φορούσαν όλη την εβδομάδα λευκά φορέματα, ονομαζόταν και «Λευκή Εβδομάς».
Βάσει του 66ου Κανόνα της ΣΤ' Οικουμενικής Συνόδου, η εβδομάδα αυτή πρέπει να εορτάζεται όχι με χορούς και διασκεδάσεις, αλλά με συνεχή συμμετοχή στη λατρεία και καθημερινή Θεία Κοινωνία, η οποία μπορεί να πραγματοποιείται από αυτούς που τηρούν τις νηστείες του έτους με άδεια του εξομολόγου. Σ' αυτές τις περιπτώσεις συνιστάται να τρώμε πασχαλινά πρωί και μεσημέρι και το βράδυ λίγο φαγητό, λιτό, ευκολοχώνευτο.
Ζωοδοχος ΠηγηΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ
Την ημέρα αύτη εορτάζονται τα εγκαίνια του μεγάλου Ι. Ναού της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, που κτίστηκε στην Κωνσταντινούπολη τον Ε' αιώνα. Επίσης θυμόμαστε τα υπερφυή θαύματα -ιάσεις και θεραπείες νόσων- που έγιναν κατά διαστήματα από τη Θεομήτορα με τα νερά της πηγής που έτρεχαν δίπλα από το ναό της.
Μετά την πτώση της Πόλης, ο ναός αυτός κατεδαφίστηκε και τα υλικά χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή τεμένους. Παρέμενε μόνο ένα παρεκκλήσιο το οποίο στις αρχές του 19ου αιώνα κατεδαφίστηκε κι αυτό και το άγιασμα έγινε άφαντο. Στην περίοδο ηγεμονίας του σουλτάνου Μαχμούτ, το 1833, οι Χριστιανοί εζήτησαν άδεια για να ξανακτίσουν το παρεκκλήσιο. Στις ανασκαφές βρέθηκαν τα θεμέλια του αρχαίου ναού, επεκτάθηκε η άδεια και στις 2/2/1835 επί πατριαρχείας Κωνσταντίνου του Β' τελέσθηκαν τα εγκαίνια του νέου μεγαλόπρεπους Ναού μετά του παρεκκλησίου του, προς δόξα της Θεομήτορος και καύχημα του γένους μας.
ΤΕΤΑΡΤΗ ΜΕΣΟΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ
Μετά τη θεραπεία του Παραλύτου, που έγινε το Πάσχα του 32 μ.Χ., οι άρχοντες των ιουδαίων ζητούσαν ευκαιρία να συλλάβουν τον Ιησού με πρόφαση τη μη τήρηση του Σαββάτου. Γι' αυτό ο Χριστός ανεχώρησε τότε στη Γαλιλαία και επανήλθε το Σεπτέμβριο, στο μέσο της εορτής της Σκηνοπηγίας.
Τρεις ήσαν οι μεγαλύτερες εορτές των Ιουδαίων, το Πάσχα, η Πεντηκοστή και η Σκηνοπηγία. Το Πάσχα το εόρταζαν στις 15 Μαρτίου, σ' ανάμνηση της εξόδου τους από τη δουλεία της Αιγύπτου. Λεγόταν και εορτή των αζύμων, γιατί ψωμί άζυμο έτρωγαν στις επτά ήμερες εορτασμού της. Την Πεντηκοστή την εόρταζαν πενήντα ήμερες μετά το Πάσχα (α) διότι τότε έφθασαν μετά την έξοδο από την Αίγυπτο στο ορός Σινά και έλαβαν από τον Θεό τις πλάκες του Νόμου και (β) σ' ανάμνηση της εισόδου τους στη γη της επαγγελίας μετά τα 40 χρόνια περιπλανήσεων στην έρημο όπου τρέφονταν με το μάννα. Τη Σκηνοπηγία την εόρταζαν από 15-22 Σεπτεμβρίου ζώντες κάτω από σκηνές, για να θυμούνται τα παραπάνω 40 χρόνια ζωής στην έρημο.
Επειδή κατά την επάνοδο του αυτήν ο Χριστός είπε για τον Παραλυτικό, αυτά που ιστορούνται την Κυριακή του Παραλύτου και επειδή η σημερινή ήμερα είναι το μέσο, όχι της εορτής της Σκηνοπηγίας, αλλά το μέσο των πενήντα ημερών μεταξύ Πάσχα και Πεντηκοστής, οι Πατέρες έταξαν τον εορτασμό, μετά την Κυριακή του Παραλύτου, της Μεσοπεντηκοστής, σαν σύνδεσμο των δύο αυτών μεγάλων εορτών και κατά κάποιο τρόπο την ένωση τους σε μία: του ΠΑΣΧΑ και της ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ. Και την περικοπή του Ευαγγελίου που αναφέρεται στο μέσο της εορτής της Σκηνοπηγίας, την εφάρμοσαν σ' αυτή την Τετάρτη κατά γράμμα. Η υπόθεση της Δεσποτικής αυτής εορτής είναι η θεία προέλευση της διδασκαλίας και της καταγωγής του Κυρίου και η θεότητα Του. Στην υμνολογία της ημέρας γίνεται μνεία των θαυμάτων Του, διότι και αυτά αποτελούν απόδειξη της θεότητας Του. Προτρεπόμεθα λοιπόν «γνησίως φυλάξωμεν τας εντολάς του Θεού, ίνα άξιοι γενώμεθα και την Ανάληψιν εορτάσαι και της παρουσίας τυχείν του Αγίου Πνεύματος» (Δοξαστικό των Αίνων).
ΤΕΤΑΡΤΗ, ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ
(Απόδοση της εορτής του ΠΑΣΧΑ)
Η Ακολουθία της ημέρας είναι όμοια (σχεδόν) προς την Ακολουθία που έγινε το βράδυ της Αναστάσεως και τις επόμενες ήμερες της Διακαινησίμου. Την ημέρα αυτή κάθε χρόνο ακούγεται για τελευταία φορά το «Χριστός Ανέστη».
Όσοι Ναοί, Τρίτη βράδυ, τελούν Αγρυπνία, δίνουν τη δυνατότητα στους πιστούς να απολαύσουν πλήρως, (χωρίς βιασύνες), την ωραιότατη Αναστάσιμη ακολουθία (Εσπερινού - Όρθρου - Θ. Λειτουργίας). Είναι μια σπάνια ευκαιρία και γι' αυτούς, οι οποίοι μετά το «Χριστός Ανέστη» το Μεγ. Σάββατο βράδυ για διαφόρους λόγους... διασκορπίζονται.
του π. Γεωργίου Κουγιουμτζόγλου, από το βιβλίο του «Λατρευτικό Εγχειρίδιο»
Ακολουθίες Πεντηκοσταρίου (β΄ μέρος)

Λόγος με΄ εις το Πάσχα (απόσπασμα) Άγ. Γρηγορίου Θεολόγου

Λόγος με΄ εις το Πάσχα (απόσπασμα) Άγ. Γρηγορίου Θεολόγου
η Σαμαρείτις[...] 24. Αν είσαι Σίμων Κυρηναϊος, σήκωσε το σταυρό και ακολούθησέ Τον. Αν σταυρωθείς μαζί Του ως ληστής, γνώρισε το Θεό σαν ευγνώμων δούλος. Αν κι ' Εκείνος λογιάσθηκε με τους ανόμους για χάρη σου και την αμαρτία σου, γίνε συ έννομος για χάρη Εκείνου. Προσκύνησε αυτόν που κρεμάσθηκε στο σταυρό για σένα, έστω κι αν κρέμεσαι κι εσύ. Κέρδισε κάτι κι απ' την κακία. Αγόρασε τη σωτηρία με το θάνατο. Μπες με τον Ιησού στον Παράδεισο, ώστε να μάθεις από τι έχεις ξεπέσει. Δες τις εκεί ομορφιές. Άσε το ληστή που γογγύζει, να πεθάνει έξω μαζί με τη βλασφημία του. Κι αν είσαι Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, ζήτησε το σώμα απ' το σταυρωτή. Ας γίνει δικό σου αυτό που καθάρισε τον κόσμο. Κι αν είσαι Νικόδημος, ο νυκτερινός θεοσεβής, ενταφίασέ τον με μύρα. Κι αν είσαι κάποια Μαρία ή η άλλη Μαρία ή η Σαλώμη ή η Ιωάννα, δάκρυσε πρωί-πρωί. Δες πρώτη την πέτρα σηκωμένη, ίσως δε και τους αγγέλους κι αυτόν τον ίδιο τον Ιησού. Πες κάτι, άκουσε τη φωνή. Αν ακούσεις «Μη μ' αγγίζεις», στάσου μακριά, σεβάσου το Λόγο, αλλά μη λυπηθείς. Γιατί ξέρει σε ποιους θα φανερωθεί πρώτα. Καθιέρωσε την Ανάσταση. Βοήθησε την Εύα, πού 'πεσε πρώτη, και πρώτη να χαιρετήσει το Χριστό και να το ανακοινώσει στους μαθητές. Γίνε Πέτρος ή Ιωάννης. Σπεύσε στον τάφο, τρέχοντας μαζί ή προπορευόμενος, συναγωνιζόμενος τον καλό συναγωνισμό. Κι αν σε προλάβει στην ταχύτητα, νίκησε με το ζήλο σου, όχι παρασκύβοντας στο μνημείο, αλλά μπαίνοντας μέσα. Κι αν σαν Θωμάς χωρισθείς απ' τους συγκεντρωμένους μαθητές, στους οποίους εμφανίζεται ο Χριστός, όταν τον δεις, μην απιστήσεις. Κι αν απιστήσεις, πίστεψε σ' αυτούς που στο λένε. Κι αν ούτε και σ' αυτούς πιστέψεις, δείξε εμπιστοσύνη στα σημάδια των καρφιών. Αν κατεβαίνει στον Άδη, κατέβα μαζί Του. Γνώρισε και τα εκεί μυστήρια του Χριστού, ποιο είναι το σχέδιο της διπλής καταβάσεως, ποιος είναι ο λόγος της: απλώς σώζει τους πάντες με την εμφάνιση Του ή κι εκεί ακόμα αυτούς που τον πιστεύουν;
29. Είναι πολλά μεν λοιπόν τα θαύματα της τότε εποχής: Θεός που σταυρώνεται, ήλιος που σκοτίζεται και πάλι ανατέλλει (γιατί έπρεπε και τα κτίσματα να συμπάσχουν με τον Κτίστη). Καταπέτασμα που σχίζεται, αίμα και νερό που χύνεται απ' την πλευρά (το μεν αίμα, γιατί ήταν άνθρωπος, το δε νερό γιατί ήταν πάνω απ' τον άνθρωπο). Γη, που σείεται, πέτρες που σχίζονται για χάρη της πέτρας (που είναι ο Χριστός), νεκροί που ανασταίνονται, ως επιβεβαίωση της τελευταίας και κοινής αναστάσεως. Τα σημεία δε στον τάφο, τα μετά τον τάφο, ποιος θα μπορούσε επάξια να τα υμνήσει; Τίποτε δε δεν υπάρχει σαν το θαύμα της σωτηρίας μου: λίγες σταγόνες αίματος αναπλάθουν τον κόσμο όλο και γίνονται σαν χυμός γάλακτος για όλους τους ανθρώπους, που συνδέουν και συνάγουν εμάς σε μια ενότητα.
30. Αλλ' ω Πάσχα, το μέγα και ιερό, που καθαρίζεις τον κόσμο όλο! Γιατί θα σου μιλήσω σαν κάτι έμψυχο. Ω Λόγε Θεού και φως και ζωή και σοφία και δύναμη! Γιατί χαίρομαι μ' όλα σου τα ονόματα! Ω, γέννημα κι ορμή και σφραγίδα του μεγάλου νου! Ω, Λόγε που νοείσαι κι άνθρωπε που φαίνεσαι, ο οποίος φέρεις τα πάντα προσδεδεμένα στο λόγο της δυνάμεώς σου! Τώρα μεν ας δεχθείς το λόγο αυτό, όχι ως απαρχή, αλλ' ως συμπλήρωση ίσως της δικιάς μας καρποφορίας, ευχαριστία το ίδιο κι ικεσία, για να μην κακοπάθουμε εμείς τίποτε περισσότερο πέρα απ' τους αναγκαίους κόπους κι ιερούς πόνους για τις εντολές σου, με τους οποίους ζήσαμε μέχρι τώρα. Κι ας σταματήσεις την εναντίον μας τυραννία του σώματος (βλέπεις, Κύριε, πόσο μεγάλη είναι και πόσο μας λυγίζει), ή την κρίση σου, αν θέλαμε να καθαρισθούμε από σένα. Αν δε τερματίσουμε άξια με τον πόθο μας και γίνουμε δεκτοί στις ουράνιες σκηνές, αμέσως κι εδώ θα σου προσφέρουμε θυσίες δεκτές στο άγιό σου θυσιαστήριο. Πατέρα και Λόγε και Πνεύμα άγιο. Γιατί σε σένα αρμόζει κάθε δόξα, τιμή και εξουσία στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
[Μετάφραση: Πρωτοπρ. Γεώργιος Δορμπαράκης]
Από το βιβλίο «Μιλάει ο Γρηγόριος Θεολόγος», Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1991.

ΠΑΣΧΑ - ΣΜΕΜΑΝ

Πασχάλια πίστηΤις μέρες μετά το Πάσχα, επιστρέφω συνεχώς και ασυνείδητα στο ίδιο ερώτημα: αν η πρωτάκουστη διαβεβαίωση «Χριστός ανέστη» περιέχει ολόκληρη την ουσία, το βάθος και το νόημα της χριστιανικής πίστης, αν κατά τα λόγια του αποστόλου Παύλου «ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, … κενή δε και η πίστις υμων» (Α’ Κορ. 15,14), τι να σημαίνει τότε άραγε αυτό το γεγονός για τη ζωή μου;
Άλλο ένα Πάσχα ήρθε και έφυγε. Για άλλη μια φορά ζήσαμε αυτή την εκπληκτική νύχτα, τη θάλασσα των αναμμένων κεριών, τη μεγάλη συγκίνηση, εκεί ήμασταν ξανά, στο μέσο μιας ακολουθίας ακτινοβόλας χαράς, που ολόκληρο το περιεχόμενό της ήταν σαν ένας ύμνος αγαλλιάσεως: «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια, εορταζέτω γουν πασα κτίσις την έγερσιν Χριστου, εν ω εστερέωται».
Τι χαρούμενα νικητήρια λόγια! Τα πάντα ενώνονται: ουρανός, γη και το υποχθόνιο βασίλειο του θανάτου. Ολόκληρος ο κόσμος συμμετέχει σ’ αυτή τη νίκη και στην ανάσταση του Χριστού ανακαλύπτει το δικό του νόημα και τη δική του αυτοπεποίθηση.
Όμως πέρασε, η νύχτα τέλειωσε, η γιορτή ολοκληρώθηκε, αφήνουμε το φως και επιστρέφουμε στον κόσμο, κατεβαίνουμε στη γη και εισερχόμεθα πάλι στην ομαλότητα, στην καθημερινότητα, στην πραγματικότητα της ζωής μας. Και τι βρίσκουμε; Όλα είναι ίδια, τίποτε δεν άλλαξε, και φαίνεται πώς τίποτε, απολύτως τίποτε δεν έχει κάτι το κοινό με τον ύμνο που ακούσαμε στην εκκλησία, «εορταζέτω γουν πασα κτίσις την έγερσιν Χριστου, εν ω εστερέωται».
Και τώρα αμφιβολίες αρχίζουν να εισβάλλουν στην ψυχή μας. Αυτά τα τόσο όμορφα και υπέροχα λόγια –πιο όμορφα και υπέροχα από κάθε άλλο λόγο πάνω στη γη- μπορούν να είναι απλώς μια ψευδαίσθηση, ένα όνειρο; Η ψυχή και η καρδιά πίνουν παθιασμένα απ’ αυτά τα λόγια, αλλά η ψυχρή λογική αποφαίνεται: όνειρα, αυταπάτη! Δυο χιλιάδες χρόνια πέρασαν και τι μπόρεσαν να κάνουν αυτά τα λόγια; Άφησέ μας μόνους, μοιάζει να λένε στον κόσμο, άφησέ μας το τελευταίο πράγμα που μας απόμεινε, την άνεση και τη χαρά! Μην ανακατεύεσαι τη στιγμή που διακηρύσσουμε στις εκκλησιές, πίσω από κλειστές πόρτες, πως ολόκληρος ο κόσμος αγάλλεται. Αν δεν ανακατευτείς, δε θα ανακατευτούμε κι εμείς στον τρόπο με τον οποίο ευχαριστείσαι να κτίζεις, να κατευθύνεις και να ζεις σ’ αυτόν τον κόσμο…
Στη βαθύτερη όμως γωνιά της συνείδησής μας, γνωρίζουμε πώς αυτή η ατολμία και αυτός ο μινιμαλισμός, αυτή η εσωτερική φυγή σ’ ένα μυστικό εορτασμό είναι ασυμβίβαστη με το αυθεντικό νόημα και τη χαρά του Πάσχα. Ο Χριστός ή ανέστη ή δεν ανέστη. Ή το ένα ή το άλλο! Αν ανέστη (γιατί άλλωστε θα είχαμε την πασχαλινή αγαλλίαση να γεμίζει ολόκληρη τη νύχτα με φως, θρίαμβο και νίκη;), αν σε μια αποφασιστική και μοναδική στιγμή στην ανθρώπινη και παγκόσμια ιστορία, αυτή η ανήκουστη νίκη πάνω στο θάνατο συνέβη πραγματικά, τότε όλα τα πράγματα του κόσμου έχουν γίνει όντως διαφορετικά και νέα, είτε οι άνθρωποι το γνωρίζουν είτε όχι. Τότε όμως εμείς, ως πιστοί, ως αυτοί που χαρήκαμε και γιορτάσαμε, έχουμε την ευθύνη να γνωρίσουν και να πιστέψουν και άλλοι, να δουν, να ακούσουν και να εισέλθουν σ’ αυτή τη νίκη και σ’ αυτή τη χαρά.
Οι πρώτοι χριστιανοί δεν αποκαλούσαν την πίστη τους θρησκεία, αλλά Καλά Νέα («Ευαγγέλιον»), και είχαν σκοπό να το διαδώσουν και να το διακηρύξουν στον κόσμο. Γνώριζαν και πίστευαν πως η ανάσταση του Χριστού δεν ήταν απλώς ευκαιρία για μία ετήσια γιορτή, αλλά πηγή μιας ενεργητικής και μεταμορφωμένης ζωής. Αυτό που άκουγαν να ψιθυρίζεται, το φώναζαν «από των δωμάτων» (Ματθ. 10, 27)…
«Και τι μπορώ να κάνω;» απαντά η σώφρων και ρεαλιστική λογική. «Πώς μπορώ να διακηρύξω ή να φωνάξω ή να μαρτυρήσω; Εγώ, ένας αδύνατος μικρός κόκκος άμμου, χαμένος ανάμεσα στις μάζες;» Η ένσταση όμως αυτή της λογικής και του «υγιούς μυαλού» είναι ένα ψέμα, ίσως το τρομερότερο και δαιμονικότερο ψέμα του σημερινού κόσμου. Ο κόσμος μας έχει κατά κάποιο τρόπο πείσει πως η δύναμη και η σπουδαιότητα προέρχεται μόνο από τους μεγάλους αριθμούς, τα πλήθη, τις μάζες. Τι μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος ενάντια σε όλους τους άλλους; Είναι όμως σωστό πως, παρά το ψέμα, η θεμελιώδης βεβαιότητα του Χριστιανισμού πρέπει να κηρυχθεί με όλη τη δύναμη και την απαράμιλλη λογική της. Ο Χριστιανισμός ισχυρίζεται πως ένας άνθρωπος μπορεί να είναι δυνατότερος από κάθε άλλον, και πως αυτός ο ισχυρισμός είναι ακριβώς τα καλά νέα του Χριστού. (...)
 «Μπορεί ν’ ανάψει τις καρδιές στο δρόμο…». Στη φράση «μπορεί ν’ ανάψει» βρίσκουμε το κλειδί της απάντησης στις αμφιβολίες της «σώφρονος» λογικής. Τι θα συνέβαινε αν ο καθένας που έχει ζήσει τη χαρά της ανάστασης, που έχει ακούσει για τη νίκη της, που πίστεψε σ’ αυτό που επιτελέστηκε, άγνωστο στον κόσμο, αλλά μέσα στον κόσμο και χάριν αυτού, αν ο καθένας μας, ξεχνώντας τους μεγάλους αριθμούς, τα πλήθη και τις μάζες, μετέδιδε αυτή τη χαρά και αυτή την πίστη μόνο σε έναν άλλον άνθρωπο, άγγιζε μόνο μια άλλη ανθρώπινη ψυχή; Αν αυτή η πίστη και η χαρά μπορούσε να είναι μυστικά παρούσα σε κάθε συζήτηση, ακόμη και στην πιο ασήμαντη, στις κοινές πραγματικότητες της καθημερινής μας ζωής, θα άρχιζε αμέσως, εδώ και τώρα, σήμερα να μεταμορφώνεται ο κόσμος και η ζωή. Ο Χριστός είπε, «ουκ έρχεται η βασιλεία του Θεού μετά παρατηρήσεως» (Λουκ.17,20). Η Βασιλεία του Θεού έρχεται με δύναμη, φως και νίκη κάθε φορά που οι πιστοί τη μεταφέρουν μαζί τους από την εκκλησία στον κόσμο, και αρχίζουν να τη ζουν στη ζωή τους. Τότε τα πάντα, πάντοτε και κάθε στιγμή «μπορούν ν’ ανάψουν τις καρδιές στο δρόμο…»
(+) π. Αλέξανδρος Σμέμαν

: «Ὁ Ἰησοῦς ἐμφανίζεται εἰς τὴν ὁδὸν πρὸς Ἐμμαούς»

Τρίτη της Διακαινησίμου: «Ὁ Ἰησοῦς ἐμφανίζεται εἰς τὴν ὁδὸν πρὸς Ἐμμαούς» [Κατά Λουκάν (κδ΄ 12 - 35)]
Το Ευαγγέλιο
Κατά Λουκάν (κδ΄ 12 - 35)
Ὁ Ἰησος μφανζεται ες τν δν πρς μμαούς
 
Triti Diakenisimou 1Εν ταῖς ημέραις ἐκεῖναις, ἀναστὰς ὁ Πέτρος ἔδραμεν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας βλέπει τὰ ὀθόνια κείμενα μόνα, καὶ ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτὸν θαυμάζων τὸ γεγονός.
Καὶ ἰδοὺ δύο ἐξ αὐτῶν ἦσαν πορευόμενοι ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ εἰς κώμην ἀπέχουσαν σταδίους ἑξήκοντα ἀπὸ Ἱερουσαλήμ, ᾗ ὄνομα Ἐμμαούς. Καὶ αὐτοὶ ὡμίλουν πρὸς ἀλλήλους περὶ πάντων τῶν συμβεβηκότων τούτων. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὁμιλεῖν αὐτοὺς καὶ συζητεῖν καὶ αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς ἐγγίσας συνεπορεύετο αὐτοῖς· οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν ἐκρατοῦντο τοῦ μὴ ἐπιγνῶναι αὐτόν.
Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· τίνες οἱ λόγοι οὗτοι οὓς ἀντιβάλλετε πρὸς ἀλλήλους περιπατοῦντες καί ἐστε σκυθρωποί; Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ εἷς, ᾧ ὄνομα Κλεόπας, εἶπε πρὸς αὐτόν· σὺ μόνος παροικεῖς ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ οὐκ ἔγνως τὰ γενόμενα ἐν αὐτῇ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις;
Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ποῖα; οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· τὰ περὶ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου, ὃς ἐγένετο ἀνὴρ προφήτης δυνατὸς ἐν ἔργῳ καὶ λόγῳ ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ παντὸς τοῦ λαοῦ, ὅπως τε παρέδωκαν αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες ἡμῶν εἰς κρῖμα θανάτου καὶ ἐσταύρωσαν αὐτόν. Ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραήλ· ἀλλά γε σὺν πᾶσι τούτοις τρίτην ταύτην ἡμέραν ἄγει σήμερον ἀφ᾿ οὗ ταῦτα ἐγένετο. Ἀλλὰ καὶ γυναῖκές τινες ἐξ ἡμῶν ἐξέστησαν ἡμᾶς γενόμεναι ὄρθριαι ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ μὴ εὑροῦσαι τὸ σῶμα αὐτοῦ ἦλθον λέγουσαι καὶ ὀπτασίαν ἀγγέλων ἑωρακέναι, οἳ λέγουσιν αὐτὸν ζῆν. Καὶ ἀπῆλθόν τινες τῶν σὺν ἡμῖν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ εὗρον οὕτω καθὼς καὶ αἱ γυναῖκες εἶπον, αὐτὸν δὲ οὐκ εἶδον.
Καὶ αὐτὸς εἶπε πρὸς αὐτούς· ὦ ἀνόητοι καὶ βραδεῖς τῇ καρδίᾳ τοῦ πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἐλάλησαν οἱ προφῆται! Οὐχὶ ταῦτα ἔδει παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ εἰσελθεῖν εἰς τὴν δόξαν αὐτοῦ; Καὶ ἀρξάμενος ἀπὸ Μωυσέως καὶ ἀπὸ πάντων τῶν προφητῶν διηρμήνευεν αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ.
Καὶ ἤγγισαν εἰς τὴν κώμην οὗ ἐπορεύοντο, καὶ αὐτὸς προσεποιεῖτο πορρωτέρω πορεύεσθαι· καὶ παρεβιάσαντο αὐτὸν λέγοντες· μεῖνον μεθ᾿ ἡμῶν, ὅτι πρὸς ἑσπέραν ἐστὶ καὶ κέκλικεν ἡ ἡμέρα. Καὶ εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ κατακλιθῆναι αὐτὸν μετ᾿ αὐτῶν λαβὼν τὸν ἄρτον εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἐπεδίδου αὐτοῖς. Αὐτῶν δὲ διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοί, καὶ ἐπέγνωσαν αὐτόν· καὶ αὐτὸς ἄφαντος ἐγένετο ἀπ᾿ αὐτῶν. Καὶ εἶπον πρὸς ἀλλήλους· οὐχὶ ἡ καρδία ἡμῶν καιομένη ἦν ἐν ἡμῖν, ὡς ἐλάλει ἡμῖν ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ὡς διήνοιγεν ἡμῖν τὰς γραφάς; Καὶ ἀναστάντες αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλήμ, καὶ εὗρον συνηθροισμένους τοὺς ἕνδεκα καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς, λέγοντας ὅτι ἠγέρθη ὁ Κύριος ὄντως καὶ ὤφθη Σίμωνι. Καὶ αὐτοὶ ἐξηγοῦντο τὰ ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ὡς ἐγνώσθη αὐτοῖς ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου.
 
Απόδοση στη νεοελληνική:
 
Triti Diakenisimou 2Τις ημέρες ἐκείνες, ἐσηκώθηκε ὁ Πέτρος καὶ ἔτρεξε εἰς τὸ μνῆμα καὶ ὅταν ἔσκυψε, εἶδε μόνον τὰ σάβανα καὶ ἐπῆγες σπίτι του θαυμάζων διὰ τὸ γεγονός.
Τὴν ἴδια ἡμέρα δύο ἀπ’ αὐτούς, ἐπῆγαν σ’ ἕνα χωριὸ ποὺ ἀπεῖχε ἑξῆντα στάδια ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ὠνομάζετο Ἐμμαούς. Καὶ μιλοῦσαν μεταξύ τους δι’ ὅλα αὐτὰ τὰ συμβάντα. Καὶ ἐνῷ ἐμιλοῦσαν καὶ συζητοῦσαν, ὁ Ἰησοῦς ὁ ἴδιος τοὺς ἐπλησίασε καὶ ἐβάδιζε μαζί τους. Ἀλλὰ κάτι ἐκρατοῦσε τὰ μάτια τους, ὥστε νὰ μὴ μποροῦν νὰ τὸν ἀναγνωρίσουν.
Τοὺς ἐρώτησε, «Τί εἶναι αὐτὰ ποὺ συζητεῖτε μεταξύ σας κατὰ τὴν πορείαν καὶ γιατὶ εἶσθε σκυθρωποί;». Ὅ ἕνας, ὁ ὀνομαζόμενος Κλεώπας, τοῦ ἀπεκρίθη, «Σὺ εἶσαι ὁ μόνος ποὺ κατοικεῖ εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ χωρὶς νὰ ξέρῃ ὅσα συνέβησαν ἐκεῖ αὐτὰς τὰς ἡμέρας;»
Καὶ αὐτὸς τοὺς εἶπε, «Ποιά;». Ἐκεῖνοι ἀπεκρίθησαν, «Τὰ σχετικὰ μὲ τὸν Ἰησοῦν τὸν Ναζωραῖον, ὁ ὁποῖος ἦτο προφήτης δυνατὸς εἰς ἔργα καὶ λόγους ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ὅλου τοῦ λαοῦ καὶ πῶς οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντές μας τὸν παρέδωκαν νὰ καταδικασθῇ εἰς θάνατον καὶ τὸν ἐσταύρωσαν. Ἐμεῖς δὲ ἐλπίζαμεν ὅτι αὐτὸς εἶναι ποὺ μέλλει νὰ λυτρώσῃ τὸν Ἰσραήλ. Καὶ σὰν νὰ μὴν ἦτο αὐτὸ ἀρκετόν, εἶναι σήμερα ἡ τρίτη ἡμέρα ἀφ’ ὅτου συνέβησαν αὐτά. Καὶ μερικὲς γυναῖκες ἀπὸ τὸν κύκλον μας μᾶς ἐξέπληξαν· ἐπῆγαν πολὺ πρωί εἰς τὸ μνῆμα ἀλλὰ δὲν εὑρῆκαν τὸ σῶμα του καὶ ὅταν ἐπέστρεψαν ἔλεγαν ὅτι εἶδαν καὶ ὀπτασίαν ἀγγέλων, οἱ ὁποῖοι εἶπαν ὅτι αὐτὸς ζῆ. Ἐπῆγαν καὶ μερικοὶ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἦσαν μαζί μας εἰς τὸ μνῆμα καὶ τὸ εὑρῆκαν ὅπως εἶχαν πῆ οἱ γυναῖκες, αὐτὸν ὅμως δὲν τὸν εἶδαν».
Triti Diakenisimou 3Αὐτὸς τότε τοὺς εἶπε, «Ὦ ἀνόητοι καὶ βραδύνοοι εἰς τὸ νὰ πιστεύετε εἰς ὅλα ὅσα ἐλάλησαν οἱ προφῆται! Δὲν ἔπρεπε ὁ Χριστὸς νὰ πάθῃ ὅλα αὐτὰ καὶ νὰ εἰσέλθῃ εἰς τὴν δόξαν του;» Ὕστερα ἄρχισε ἀπὸ τὸν Μωϋσῆν καὶ ὅλους τοὺς προφήτας καὶ τοὺς ἐρμήνευε ὅσα ἀνεφέροντο γι’ αὐτὸν εἰς ὅλας τὰς γραφάς.
Καὶ ἐπλησίασαν εἰς τὸ χωριὸ εἰς τὸ ὁποῖον ἐπήγαιναν, αὐτὸς δὲ προσποιήθηκε ὅτι πηγαίνει μακρύτερα. Ἀλλὰ τὸν ἐπίεζαν καὶ τοῦ ἔλεγαν, «Μεῖνε μαζί μας, διότι πλησιάζει ἡ ἑσπέρα, καὶ ἡ ἡμέρα εἶναι σχεδὸν εἰς τὸ τέλος». Καὶ ἐμπῆκε διὰ νὰ μείνῃ μαζί τους. Ὅταν ἐκάθησε εἰς τὸ τραπέζι μαζί τους, ἐπῆρε τὸ ψωμί, τὸ εὐλόγησε καὶ ἀφοῦ τὸ ἔκοψε τοὺς τὸ ἔδωκε. Τότε ἀνοίχθηκαν τὰ μάτια τους καὶ τὸν ἀνεγνώρισαν, ἀλλ’ αὐτὸς ἔγινε ἄφαντος. Καὶ εἶπαν μεταξύ τους, «Δὲν ἔκαιε μέσα μας ἡ καρδιά μας καθὼς μᾶς ἐμιλοῦσε εἰς τὸν δρόμον καὶ μᾶς ἐξηγοῦσε τὰς γραφάς;». Καὶ ἐσηκώθηκαν ἀμέσως καὶ ἐπέστρεψαν εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ εὑρῆκαν τοὺς ἕνδεκα καὶ ὅσους ἦσαν μαζί τους νὰ εἶναι μαζεμμένοι καὶ νὰ λέγουν ὅτι ἀληθῶς ὁ Κύριος ἀναστήθηκε καὶ ἐμφανίσθηκε εἰς τὸν Σίμωνα. Τότε αὐτοὶ διηγήθηκαν ὅσα συνέβησαν εἰς τὸν δρόμον καὶ πῶς τὸν ἀνεγνώρισαν ὅταν ἔκοβε τὸ ψωμί.